επιστήμη (λόγιο) altgriechisch ἐπιστήμη ἐπίσταμαι (γνωρίζω καλά) και (entlehnt aus) (Lehnbedeutung) französisch science, sciences lateinisch scientia (Lehnübersetzung) altgriechisch ἐπιστήμη[1]
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Θα συνεκτιμηθεί ιδιαιτέρως η ανάγκη έντασης των προσπαθειών για ενίσχυση της συμμετοχής και του ρόλου των γυναικών στην επιστήμη και την έρευνα. | Besonders berücksichtigt wird die Notwendigkeit, Nachdruck auf die Maßnahmen zu legen, mit denen die Stellung und die Rolle der Frauen in Wissenschaft und Forschung gestärkt werden sollen. Übersetzung bestätigt |
Τα μέτρα τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του και με τα οποία καθορίζονται κατάλληλα κατώτερα όρια ιδίως για ζωοτροφές που περιέχουν ή αποτελούνται από ΓΤΟ ή λαμβανομένων υπόψη των προόδων στην επιστήμη και στην τεχνολογία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 35 παράγραφος 3.». | Maßnahmen zur Änderung nicht wesentlicher Bestimmungen dieser Verordnung durch Ergänzung, die die Festlegung angemessener niedriger Schwellenwerte, insbesondere für Futtermittel, die GVO enthalten oder aus solchen bestehen, betreffen, oder die den Fortschritten in Wissenschaft und Technologie Rechnung tragen, werden nach dem in Artikel 35 Absatz 3 genannten Regelungsverfahren mit Kontrolle erlassen.“ Übersetzung bestätigt |
Τα μέτρα που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του και με τα οποία θεσπίζονται κατάλληλα κατώτερα όρια, ιδίως για τρόφιμα που περιέχουν ή αποτελούνται από ΓΤΟ ή λαμβανομένων υπόψη των προόδων στην επιστήμη και στην τεχνολογία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 35 παράγραφος 3.». | Maßnahmen zur Änderung nicht wesentlicher Bestimmungen dieser Verordnung durch Ergänzung, die die Festlegung angemessener niedriger Schwellenwerte, insbesondere für Lebensmittel, die GVO enthalten oder daraus bestehen, betreffen, oder die den Fortschritten in Wissenschaft und Technologie Rechnung tragen, werden nach dem in Artikel 35 Absatz 3 genannten Regelungsverfahren mit Kontrolle erlassen.“ Übersetzung bestätigt |
Στις εφαρμοσμένες επιστήμες | in den angewandten Wissenschaften Übersetzung bestätigt |
Με το ψήφισμά του, της 10ης Μαρτίου 2005, σχετικά με την επιστήμη και την τεχνολογία — Κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ της έρευνας [5], το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενθάρρυνε τα κράτη μέλη να παράσχουν φορολογικά και άλλα κίνητρα για την προώθηση της βιομηχανικής καινοτομίας, περιλαμβανομένης και της σύνδεσης με το πρόγραμμα EUREKA, ιδίως όσον αφορά τις ΜΜΕ, και τόνισε ότι ο ΕΧΕ θα υλοποιηθεί μόνο εφόσον η Ένωση διαθέσει μεγαλύτερο μερίδιο από τους χρηματοδοτικούς πόρους για την έρευνα, για τον στενότερο συντονισμό των ευρωπαϊκών, εθνικών και περιφερειακών πολιτικών έρευνας σε ό,τι αφορά τόσο την ουσία όσο και τη χρηματοδότησή τους, και εφόσον αυτοί οι πόροι προστεθούν στις πολιτικές έρευνας των κρατών μελών, τόσο στο εσωτερικό τους και μεταξύ τους. | In seiner Entschließung vom 10. März 2005 zu Wissenschaft und Technologie — Leitlinien für die Forschungsförderung der Europäischen Union [5] hat das Europäische Parlament die Mitgliedstaaten ermuntert, steuerliche und sonstige Anreize für die Förderung industrieller Innovationen — einschließlich Verbindungen zu EUREKA —, speziell im Hinblick auf KMU, zu beschließen, und unterstrichen, dass der Europäische Forschungsraum nur dann möglich sein wird, wenn zwecks besserer Koordinierung der jeweiligen Forschungspolitik auf europäischer, nationaler und regionaler Ebene, und zwar sowohl inhaltlich als auch bezüglich ihrer Finanzierung, ein größerer Anteil der Forschungsmittel von der Union verwaltet wird und dies in Ergänzung der Forschungspolitik in und zwischen den Mitgliedstaaten geschieht. Übersetzung bestätigt |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Wissenschaft | die Wissenschaften |
Genitiv | der Wissenschaft | der Wissenschaften |
Dativ | der Wissenschaft | den Wissenschaften |
Akkusativ | die Wissenschaft | die Wissenschaften |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Fähigkeit | die Fähigkeiten |
Genitiv | der Fähigkeit | der Fähigkeiten |
Dativ | der Fähigkeit | den Fähigkeiten |
Akkusativ | die Fähigkeit | die Fähigkeiten |
επιστήμη η [epistími] : α.η ορθολογική και μεθοδική έρευνα του επιστητού και το σύνολο των συστηματοποιημένων γνώσεων που προέρχονται από αυτή: Δημιουργία / εξέλιξη / πρόοδος / παρακμή της επιστήμης. Σχέσεις επιστήμης και φιλοσοφίας / τεχνολογίας / θρησκείας. Επιτεύγματα / εφαρμογές της επιστήμης. || σύνολο επιστημόνων: Tι λέει για το θέμα αυτό η επιστήμη; β. κάθε κλάδος της επιστήμης όπως αυτή έχει διαιρεθεί ιδίως με βάση το αντικείμενο που ερευνά: H ιατρική / νομική / μαθηματική / γεωπονική / θεολογική επιστήμη. Σπουδάζω μια επιστήμη, φοιτώ για να αποκτήσω γνώσεις γύρω από αυτήν. Aσχολούμαι με μια επιστήμη, είμαι επιστήμονας, ερευνητής κτλ. H ορολογία μιας επιστήμης. γ. (συνήθ. πληθ.) για επιστήμες με κοινά στοιχεία, ιδίως με κοινό αντικείμενο: Διαίρεση των επιστημών. Φυσικές / κοινωνικές / ιστορικές / πολιτικές / ανθρωπιστικές επιστήμες. Επιστήμες του ανθρώπου. Kαθαρές επιστήμες, που δεν έχουν καμία πρακτική εφαρμογή. ANT εφαρμοσμένες επιστήμες. Εμπειρικές / απόκρυφες* επιστήμες. δ. (προφ.) ως υπερβολικός χαρακτηρισμός για ορισμένη δραστηριότητα ή σύνολο εμπειρικών γνώσεων: H μαγειρική δεν είναι απλό πράγμα· είναι αληθινή επιστήμη. ΦΡ ανάγω* κτ. σε επιστήμη.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.