{η}  αεροπορία Subst.  [aeroporia]

{die}    Subst.
(266)
{die}    Subst.
(114)
(5)
{die}    Subst.
(0)

Etymologie zu αεροπορία

αεροπορία αερο- + -πορεια


GriechischDeutsch
Στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού λαμβάνεται υπόψη η ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Ιανουαρίου 2008«Θεματική για βιώσιμο μέλλον στη γενική και επαγγελματική αεροπορία» [3].Die Bestimmungen dieser Verordnung tragen der Mitteilung der Kommission vom 11. Januar 2008„Agenda für eine nachhaltige Zukunft der allgemeinen Luftfahrt und der Geschäftsreiseluftfahrt“ [3] Rechnung.

Übersetzung bestätigt

Παραδείγματα μπορούν να βρεθούν στους ακόλουθους τομείς: πρόδρομες ουσίες, ιατρικές συσκευές, φαρμακευτικά προϊόντα για ανθρώπινη και κτηνιατρική χρήση, μηχανοκίνητα οχήματα και αεροπορία.Beispiele lassen sich in folgenden Bereichen finden: Drogenausgangsstoffe, Medizinprodukte, Humanund Tierarzneimittel, Kraftfahrzeuge und Luftfahrt.

Übersetzung bestätigt

Στην έκτη συνεδρίαση της επιτροπής της ΔΟΠΑ για την προστασία του περιβάλλοντος στις αεροπορικές μεταφορές, το 2004, υπήρξε συμφωνία ως προς το ότι η καθιέρωση ειδικού συστήματος εμπορίας εκπομπών για την αεροπορία, βασισμένου σε νέο νομικό μέσο υπό την αιγίδα της ΔΟΠΑ, δεν ήταν τότε αρκετά ελκυστική ώστε να επιδιωχθεί περαιτέρω.Auf der sechsten Tagung des ICAO-Ausschusses für Umweltschutz in der Luftfahrt im Jahr 2004 wurde einvernehmlich festgestellt, dass ein luftfahrtspezifisches Emissionshandelssystem auf der Grundlage eines neuen Rechtsinstruments und unter der Schirmherrschaft der ICAO nicht genügend Anreize bietet, um weiter in Betracht gezogen zu werden.

Übersetzung bestätigt

είναι επωφελής για την αεροπορία εν γένει·er soll auch der allgemeinen Luftfahrt zugute kommen,

Übersetzung bestätigt

Το DO328 basic αφορούσε την ανάπτυξη, από την Aermacchi, της τεχνογνωσίας για την πολιτική αεροπορία.Das Vorhaben DO328 Basic betraf die Entwicklung von technologischem Know-how für die zivile Luftfahrt durch Aermacchi.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu αεροπορία

αεροπορία η [aeroporía] : ό,τι αφορά τη μετακίνηση του ανθρώπου στην ατμόσφαιρα με μηχανές βαρύτερες από τον αέρα (αεροπλάνα κτλ.): Yπηρεσία Πολιτικής Aεροπορίας. Σχολή αεροπορίας. || (ειδικότ.) η πολεμική αεροπορία: Yπηρετεί στην αεροπορία. Aξιωματικός αεροπορίας. ΦΡ (ειρ.) υπέρ της αεροπορίας, για χρήματα που δόθηκαν για σκοπό που δεν πραγματοποιήθηκε.

[λόγ. αεροπόρ(ος) -ία]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback