Deutsch | Griechisch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Deutsche Synonyme |
---|
Noch keine deutschen Synonyme. |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | veröffentliche | ||
du | veröffentlichst | |||
er, sie, es | veröffentlicht | |||
Präteritum | ich | veröffentlichte | ||
Konjunktiv II | ich | veröffentlichte | ||
Imperativ | Singular | veröffentlich! veröffentliche! | ||
Plural | veröffentlicht! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
veröffentlicht | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:veröffentlichen |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | δημοσιεύω | δημοσιεύουμε, δημοσιεύομε | δημοσιεύομαι | δημοσιευόμαστε |
δημοσιεύεις | δημοσιεύετε | δημοσιεύεσαι | δημοσιεύεστε, δημοσιευόσαστε | ||
δημοσιεύει | δημοσιεύουν(ε) | δημοσιεύεται | δημοσιεύονται | ||
Imper fekt | δημοσίευα | δημοσιεύαμε | δημοσιευόμουν(α) | δημοσιευόμαστε | |
δημοσίευες | δημοσιεύατε | δημοσιευόσουν(α) | δημοσιευόσαστε | ||
δημοσίευε | δημοσίευαν, δημοσιεύαν(ε) | δημοσιευόταν(ε) | δημοσιεύονταν | ||
Aorist | δημοσίευσα | δημοσιεύσαμε | δημοσιεύτηκα, δημοσιεύθηκα | δημοσιευτήκαμε, δημοσιευθήκαμε | |
δημοσίευσες | δημοσιεύσατε | δημοσιεύτηκες, δημοσιεύθηκες | δημοσιευτήκατε, δημοσιευθήκατε | ||
δημοσίευσε | δημοσίευσαν, δημοσιεύσαν(ε) | δημοσιεύτηκε, δημοσιεύθηκε | δημοσιεύτηκαν, δημοσιευθήκαν(ε) | ||
Per fekt | |||||
Plu per fekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα δημοσιεύω | θα δημοσιεύουμε, | θα δημοσιεύομαι | θα δημοσιευόμαστε | |
θα δημοσιεύεις | θα δημοσιεύετε | θα δημοσιεύεσαι | θα δημοσιεύεστε, | ||
θα δημοσιεύει | θα δημοσιεύουν(ε) | θα δημοσιεύεται | θα δημοσιεύονται | ||
Fut ur | θα δημοσιεύσω | θα δημοσιεύσουμε, | θα δημοσιευτώ, | θα δημοσιευτούμε, | |
θα δημοσιεύσεις | θα δημοσιεύσετε | θα δημοσιευτείς, | θα δημοσιευτείτε, | ||
θα δημοσιεύσει | θα δημοσιεύσουν(ε) | θα δημοσιευτεί, | θα δημοσιευτούν(ε), | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να δημοσιεύω | να δημοσιεύουμε, | να δημοσιεύομαι | να δημοσιευόμαστε |
να δημοσιεύεις | να δημοσιεύετε | να δημοσιεύεσαι | να δημοσιεύεστε, | ||
να δημοσιεύει | να δημοσιεύουν(ε) | να δημοσιεύεται | να δημοσιεύονται | ||
Aorist | να δημοσιεύσω | να δημοσιεύσουμε, | να δημοσιευτώ, | να δημοσιευτούμε, | |
να δημοσιεύσεις | να δημοσιεύσετε | να δημοσιευτείς, | να δημοσιευτείτε, | ||
να δημοσιεύσει | να δημοσιεύσουν(ε) | να δημοσιευτεί, | να δημοσιευτούν(ε), | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | δημοσίευε | δημοσιεύετε | δημοσιεύεστε | |
Aorist | δημοσίευσε | δημοσιεύστε, δημοσιεύσετε | δημοσιεύσου | δημοσιευτείτε, δημοσιευθείτε | |
Part izip | Pres | δημοσιεύοντας | δημοσιευόμενος | ||
Perf | έχοντας δημοσιεύσει, | δημοσιευμένος, -η, -ο | δημοσιευμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | δημοσιεύσει | δημοσιευτεί, δημοσιευθεί |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | τυπώνω | τυπώνουμε, τυπώνομε | τυπώνομαι | τυπωνόμαστε |
τυπώνεις | τυπώνετε | τυπώνεσαι | τυπώνεστε, τυπωνόσαστε | ||
τυπώνει | τυπώνουν(ε) | τυπώνεται | τυπώνονται | ||
Imper fekt | τύπωνα | τυπώναμε | τυπωνόμουν(α) | τυπωνόμαστε, τυπωνόμασταν | |
τύπωνες | τυπώνατε | τυπωνόσουν(α) | τυπωνόσαστε, τυπωνόσασταν | ||
τύπωνε | τύπωναν, τυπώναν(ε) | τυπωνόταν(ε) | τυπώνονταν, τυπωνόντανε, τυπωνόντουσαν | ||
Aorist | τύπωσα | τυπώσαμε | τυπώθηκα | τυπωθήκαμε | |
τύπωσες | τυπώσατε | τυπώθηκες | τυπωθήκατε | ||
τύπωσε | τύπωσαν, τυπώσαν(ε) | τυπώθηκε | τυπώθηκαν, τυπωθήκαν(ε) | ||
Per fekt | |||||
Plu per fekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα τυπώνω | θα τυπώνουμε, | θα τυπώνομαι | θα τυπωνόμαστε | |
θα τυπώνεις | θα τυπώνετε | θα τυπώνεσαι | θα τυπώνεστε, | ||
θα τυπώνει | θα τυπώνουν(ε) | θα τυπώνεται | θα τυπώνονται | ||
Fut ur | θα τυπώσω | θα τυπώσουμε, | θα τυπωθώ | θα τυπωθούμε | |
θα τυπώσεις | θα τυπώσετε | θα τυπωθείς | θα τυπωθείτε | ||
θα τυπώσει | θα τυπώσουν | θα τυπωθεί | θα τυπωθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να τυπώνω | να τυπώνουμε, | να τυπώνομαι | να τυπωνόμαστε |
να τυπώνεις | να τυπώνετε | να τυπώνεσαι | να τυπώνεστε, | ||
να τυπώνει | να τυπώνουν(ε) | να τυπώνεται | να τυπώνονται | ||
Aorist | να τυπώσω | να τυπώσουμε, | να τυπωθώ | να τυπωθούμε | |
να τυπώσεις | να τυπώσετε | να τυπωθείς | να τυπωθείτε | ||
να τυπώσει | να τυπώσουν(ε) | να τυπωθεί | να τυπωθούν(ε) | ||
Perf | |||||
να έχεις τυπώσει να έχεις τυπωμένο | να έχετε τυπώσει να έχετε τυπωμένο | να έχεις τυπωθεί να είσαι τυπωμένος, -η | να έχετε τυπωθεί να είστε τυπωμένοι, -ες | ||
να έχει τυπώσει να έχει τυπωμένο | να έχουν τυπώσει να έχουν τυπωμένο | να έχει τυπωθεί | να έχουν τυπωθεί | ||
Imper ativ | Pres | τύπωνε | τυπώνετε | τυπώνεστε | |
Aorist | τύπωσε | τυπώστε, τυπώσετε | τυπώσου | τυπωθείτε | |
Part izip | Pres | τυπώνοντας | |||
Perf | έχοντας τυπώσει, | τυπωμένος, -η, -ο | τυπωμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | τυπώσει | τυπωθεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.