variieren
 (fachspr.)  Verb

ποικίλλω Verb
(0)
παραλλάζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Nun ja, das Aroma lässt sich variieren.Όχι, αλλά μπορώ να του δώσω κι άλλες γεύσεις

Übersetzung nicht bestätigt

Die Zeitspannen variieren.Οι περίοδοι ποικίλλουν.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Seitenzahlen variieren stark. Aber die Kapitel und Verse sind in jeder Bibel gleich.Οι σελίδες ποικίλλουν απο Βίβλο σε Βίβλο, ωστόσο... τα κεφάλαια και τα εδάφια είναι τα ίδια σε κάθε Βίβλο.

Übersetzung nicht bestätigt

Man könnte vieles sagen, auch der Ton lässt sich variieren.Πολλά μπορείτε να πείτε, αλλάζοντας τον τόνο.

Übersetzung nicht bestätigt

Wir sollten versuchen, die Emissionen in Richtung Wesen zu variieren.Πρέπει να εναλλάσσουμε τις εκπομπές που στέλνουμε προς την οντότητα.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
variieren
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ποικίλλωποικίλλουμε, ποικίλλομε
ποικίλλειςποικίλλετε
ποικίλλειποικίλλουν(ε)
Imper
fekt
ποίκιλλαποικίλλαμε
ποίκιλλεςποικίλλατε
ποίκιλλεποίκιλλαν, ποικίλλαν(ε)
Aoristποίκιλαποικίλαμε
ποίκιλεςποικίλατε
ποίκιλεποίκιλαν, ποικίλαν(ε)
Per
fekt
έχω ποικίλειέχουμε ποικίλει
έχεις ποικίλειέχετε ποικίλει
έχει ποικίλειέχουν ποικίλει
Plu
per
fekt
είχα ποικίλειείχαμε ποικίλει
είχες ποικίλειείχατε ποικίλει
είχε ποικίλειείχαν ποικίλει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ποικίλλωθα ποικίλλουμε, θα ποικίλλομε
θα ποικίλλειςθα ποικίλλετε
θα ποικίλλειθα ποικίλλουν(ε)
Fut
ur
θα ποικίλωθα ποικίλουμε, θα ποικίλομε
θα ποικίλειςθα ποικίλετε
θα ποικίλειθα ποικίλουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ποικίλειθα έχουμε ποικίλει
θα έχεις ποικίλειθα έχετε ποικίλει
θα έχει ποικίλειθα έχουν ποικίλει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ποικίλλωνα ποικίλλουμε, να ποικίλλομε
να ποικίλλειςνα ποικίλλετε
να ποικίλλεινα ποικίλλουν(ε)
Aoristνα ποικίλωνα ποικίλουμε, να ποικίλομε
να ποικίλειςνα ποικίλετε
να ποικίλεινα ποικίλουν(ε)
Perfνα έχω ποικίλεινα έχουμε ποικίλει
να έχεις ποικίλεινα έχετε ποικίλει
να έχει ποικίλεινα έχουν ποικίλει
Imper
ativ
Presποικίλλεποικίλλετε
Aoristποικίλεποικίλτε, ποικίλετε
Part
izip
Presποικίλλοντας
Perfέχοντας ποικίλει
InfinAoristποικίλει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback