umklammern
 Verb

αγκαλιάζω Verb
(0)
σφίγγω Verb
(0)
αρπάζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich blickte nach oben. Es war, als würde ich den Himmel, das Universum, umklammern unzählbare Welten.Κοίταξα επάνω, σαν να ήταν κάπως να συλλάβω τους ουρανούς, το σύμπαν, λέξεις πέρα από αριθμούς.

Übersetzung nicht bestätigt

Er muss fast die ganze Wirbelsäule umklammern.Πρεπει να καλυπτει σχεδον ολο το πισω κοκκαλο.

Übersetzung nicht bestätigt

Warme Arme umklammern mich.Ζεστά χέρια με αγκαλιάζουν.

Übersetzung nicht bestätigt

Wenn der kleine Arsch immer auf und ab hüpft. Wenn die langen Beine ihn fest umklammern.Κι ο μικρός πισινός ν΄ ανεβοκατεβαίνει και οι λεπτές γάμπες, μακριές και ζουμερές...

Übersetzung nicht bestätigt

Ich mag es, wenn du mich ganz langsam ausziehst, auf dich zu steigen und dich ganz fest mit meinen Beinen zu umklammern.Μ'αρέσει να με γδύνεις πολύ αργά, μετά να ανεβαίνω πάνω σου, και να σε πιέζω δυνατά ανάμεσα στα πόδια μου.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
ballen
umklammern
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
αρπάζωαρπάζουμε, αρπάζομεαρπάζομαιαρπαζόμαστε
αρπάζειςαρπάζετεαρπάζεσαιαρπάζεστε, αρπαζόσαστε
αρπάζειαρπάζουν(ε)αρπάζεταιαρπάζονται
Imper
fekt
άρπαζααρπάζαμεαρπαζόμουν(α)αρπαζόμαστε, αρπαζόμασταν
άρπαζεςαρπάζατεαρπαζόσουν(α)αρπαζόσαστε, αρπαζόσασταν
άρπαζεάρπαζαν, αρπάζαν(ε)αρπαζόταν(ε)αρπάζονταν, αρπαζόντανε, αρπαζόντουσαν
Aoristάρπαξααρπάξαμεαρπάχτηκααρπαχτήκαμε
άρπαξεςαρπάξατεαρπάχτηκεςαρπαχτήκατε
άρπαξεάρπαξαν, αρπάξαν(ε)αρπάχτηκεαρπάχτηκαν, αρπαχτήκαν(ε)
Per
fekt
έχω αρπάξειέχουμε αρπάξειέχω αρπαχτείέχουμε αρπαχτεί
έχεις αρπάξειέχετε αρπάξειέχεις αρπαχτείέχετε αρπαχτεί
έχει αρπάξειέχουν αρπάξειέχει αρπαχτείέχουν αρπαχτεί
Plu
per
fekt
είχα αρπάξειείχαμε αρπάξειείχα αρπαχτείείχαμε αρπαχτεί
είχες αρπάξειείχατε αρπάξειείχες αρπαχτείείχατε αρπαχτεί
είχε αρπάξειείχαν αρπάξειείχε αρπαχτείείχαν αρπαχτεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα αρπάζωθα αρπάζουμε, θα αρπάζομεθα αρπάζομαιθα αρπαζόμαστε
θα αρπάζειςθα αρπάζετεθα αρπάζεσαιθα αρπάζεστε, θα αρπαζόσαστε
θα αρπάζειθα αρπάζουν(ε)θα αρπάζεταιθα αρπάζονται
Fut
ur
θα αρπάξωθα αρπάξουμε, θα αρπάξομεθα αρπαχτώθα αρπαχτούμε
θα αρπάξειςθα αρπάξετεθα αρπαχτείςθα αρπαχτείτε
θα αρπάξειθα αρπάξουν(ε)θα αρπαχτείθα αρπαχτούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω αρπάξειθα έχουμε αρπάξειθα έχω αρπαχτείθα έχουμε αρπαχτεί
θα έχεις αρπάξειθα έχετε αρπάξειθα έχεις αρπαχτείθα έχετε αρπαχτεί
θα έχει αρπάξειθα έχουν αρπάξειθα έχει αρπαχτείθα έχουν αρπαχτεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να αρπάζωνα αρπάζουμε, να αρπάζομενα αρπάζομαινα αρπαζόμαστε
να αρπάζειςνα αρπάζετενα αρπάζεσαινα αρπάζεστε, να αρπαζόσαστε
να αρπάζεινα αρπάζουν(ε)να αρπάζεταινα αρπάζονται
Aoristνα αρπάξωνα αρπάξουμε, να αρπάξομενα αρπαχτώνα αρπαχτούμε
να αρπάξειςνα αρπάξετενα αρπαχτείςνα αρπαχτείτε
να αρπάξεινα αρπάξουν(ε)να αρπαχτείνα αρπαχτούν(ε)
Perfνα έχω αρπάξεινα έχουμε αρπάξεινα έχω αρπαχτείνα έχουμε αρπαχτεί
να έχεις αρπάξεινα έχετε αρπάξεινα έχεις αρπαχτείνα έχετε αρπαχτεί
να έχει αρπάξεινα έχουν αρπάξεινα έχει αρπαχτείνα έχουν αρπαχτεί
Imper
ativ
Presάρπαζεαρπάζετεαρπάζεστε
Aoristάρπαξεαρπάξτε, αρπάχτεαρπάξουαρπαχτείτε
Part
izip
Presαρπάζοντας
Perfέχοντας αρπάξειαρπαγμένος, -η, -οαρπαγμένοι, -ες, -α
InfinAoristαρπάξειαρπαχτεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback