torkeln
 Verb

παραπατώ Verb
(0)
τρικλίζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Nun, er schleicht sich von hinten an sein Opfer heran. Harker steht auf, sie ringen miteinander, torkeln durch den ganzen Raum, stoßen dann an diesen Tisch, die Teller fliegen kreuz und quer herunter, Harker fällt und bricht sich den Rücken.Αυτός περπατάει στις μύτες των ποδιών του μέχρι το θύμα...εδώ, ο Χάρκερ σηκώνεται, έρχονται στα χέρια, πέφτουν πάνω στο τραπέζι τα πιάτα πετάγονται παντού, ο Χάρκερ πέφτει και σπάει τη μέση του, απλό δεν είναι;

Übersetzung nicht bestätigt

Reiten! Nicht torkeln.Και θα φυγουμε καβαλα, οχι κολυμπωντας.

Übersetzung nicht bestätigt

"Reiten, nicht torkeln." Sehr gut.Καβαλα, οχι κολυμπωντας. Καλο.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich werde es vermissen, dich nicht mehr durch die Straßen torkeln wandeln zu sehen, meinte ich, mit trunkenem, glücklichem Lächeln.Τον θυμάμαι σαν να'ταν χθες, να τρεκλίζει... να περπατάει στο δρόμο, μ'ένα πλατύ χαμόγελο.

Übersetzung nicht bestätigt

Sie torkeln, sind ungepflegt und stinken nach Schweiß und Alkohol.Παραπατάς, είσαι ατημέλητος και βρωμάς ουίσκι και ιδρωτίλα.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
trudeln
torkeln
wanken
taumeln
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
παραπατάω, παραπατώπαραπατάμε, παραπατούμε
παραπατάςπαραπατάτε
παραπατάει, παραπατάπαραπατάν(ε), παραπατούν(ε)
Imper
fekt
παραπατούσα, παραπάταγαπαραπατούσαμε, παραπατάγαμε
παραπατούσες, παραπάταγεςπαραπατούσατε, παραπατάγατε
παραπατούσε, παραπάταγεπαραπατούσαν(ε), παραπάταγαν, παραπατάγανε
Aoristπαραπάτησαπαραπατήσαμε
παραπάτησεςπαραπατήσατε
παραπάτησεπαραπάτησαν, παραπατήσαν(ε)
Perf
ekt
έχω παραπατήσειέχουμε παραπατήσει
έχεις παραπατήσειέχετε παραπατήσει
έχει παραπατήσειέχουν παραπατήσει
Plu
perf
ekt
είχα παραπατήσειείχαμε παραπατήσει
είχες παραπατήσειείχατε παραπατήσει
είχε παραπατήσειείχαν παραπατήσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα παραπατάω, θα παραπατώθα παραπατάμε, θα παραπατούμε
θα παραπατάςθα παραπατάτε
θα παραπατάει, θα παραπατάθα παραπατάν(ε), θα παραπατούν(ε)
Fut
ur
θα παραπατήσωθα παραπατήσουμε, θα παραπατήσομε
θα παραπατήσειςθα παραπατήσετε
θα παραπατήσειθα παραπατήσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω παραπατήσειθα έχουμε παραπατήσει
θα έχεις παραπατήσειθα έχετε παραπατήσει
θα έχει παραπατήσειθα έχουν παραπατήσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να παραπατάω, να παραπατώνα παραπατάμε, να παραπατούμε
να παραπατάςνα παραπατάτε
να παραπατάει, να παραπατάνα παραπατάν(ε), να παραπατούν(ε)
Aoristνα παραπατήσωνα παραπατήσουμε, να παραπατήσομε
να παραπατήσειςνα παραπατήσετε
να παραπατήσεινα παραπατήσουν(ε)
Perfνα έχω παραπατήσεινα έχουμε παραπατήσει
να έχεις παραπατήσεινα έχετε παραπατήσει
να έχει παραπατήσεινα έχουν παραπατήσει
Imper
ativ
Presπαραπάτα, παραπάταγεπαραπατάτε
Aoristπαραπάτησε, παραπάταπαραπατήστε
Part
izip
Presπαραπατώντας
Perfέχοντας παραπατήσει
InfinAoristπαραπατήσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback