schwärzen
 (ugs.)  Verb

μαυρίζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Nun, ich habe nachgedacht und ich glaube, für diese Nummer schwärzen wir besser unser Gesicht.Λοιπόν, το ξανασκέφθηκα και θα πρέπει να κάνουμε πρόβες.

Übersetzung nicht bestätigt

Im Schein des Mondes silbern die Dächer Und Schatten schwärzen Strassen.Οι στέγες λάμπουν στο φεγγαρόφωτο και σκιές σκεπάζουν τους δρόμους.

Übersetzung nicht bestätigt

Um Monsieur Wu Ling ähnlich zu sehen, muss er seine Zähne schwärzen und natürlich bleibt die Farbe an den Enden der Zigaretten haften.Για να μοιάζει στον Γου Λινγκ, μαύρισε τα δόντια του... και το χρώμα, όπως ήταν φυσικό, βγήκε στις γόπες των τσιγάρων.

Übersetzung nicht bestätigt

Du musst heute für mich den Kaminrost schwärzen.Πρέπει να κάνεις μόνη σου τις δουλειές σήμερα.

Übersetzung nicht bestätigt

Warum sollte Lincoln Scott sich das Gesicht schwärzen?πρώτον, τι λόγο είχε ο Σκοτ να μαυρίσει το πρόσωπό του;

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
μαυρίζωμαυρίζουμε, μαυρίζομε
μαυρίζειςμαυρίζετε
μαυρίζειμαυρίζουν(ε)
Imper
fekt
μαύριζαμαυρίζαμε
μαύριζεςμαυρίζατε
μαύριζεμαύριζαν, μαυρίζαν(ε)
Aoristμαύρισαμαυρίσαμε
μαύρισεςμαυρίσατε
μαύρισεμαύρισαν, μαυρίσαν(ε)
Per
fekt
έχω μαυρίσειέχουμε μαυρίσει
έχεις μαυρίσειέχετε μαυρίσει
έχει μαυρίσειέχουν μαυρίσει
Plu
per
fekt
είχα μαυρίσειείχαμε μαυρίσει
είχες μαυρίσειείχατε μαυρίσει
είχε μαυρίσειείχαν μαυρίσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα μαυρίζωθα μαυρίζουμε, θα μαυρίζομε
θα μαυρίζειςθα μαυρίζετε
θα μαυρίζειθα μαυρίζουν(ε)
Fut
ur
θα μαυρίσωθα μαυρίσουμε, θα μαυρίζομε
θα μαυρίσειςθα μαυρίσετε
θα μαυρίσειθα μαυρίσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω μαυρίσειθα έχουμε μαυρίσει
θα έχεις μαυρίσειθα έχετε μαυρίσει
θα έχει μαυρίσειθα έχουν μαυρίσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να μαυρίζωνα μαυρίζουμε, να μαυρίζομε
να μαυρίζειςνα μαυρίζετε
να μαυρίζεινα μαυρίζουν(ε)
Aoristνα μαυρίσωνα μαυρίσουμε, να μαυρίσομε
να μαυρίσειςνα μαυρίσετε
να μαυρίσεινα μαυρίσουν(ε)
Perfνα έχω μαυρίσεινα έχουμε μαυρίσει
να έχεις μαυρίσεινα έχετε μαυρίσει
να έχει μαυρίσεινα έχουν μαυρίσει
Imper
ativ
Presμαύριζεμαυρίζετε
Aoristμαύρισεμαυρίστε
Part
izip
Presμαυρίζοντας
Perfέχοντας μαυρίσει
InfinAoristμαυρίσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback