ξεκινώ Verb (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Lasse sie losgehen. | Εντάξει. Ξεκινήστε. Übersetzung nicht bestätigt |
Wann soll es denn losgehen? | Πότε λες να φύγεις; Übersetzung nicht bestätigt |
Das Ding kann losgehen! | Αυτό το πράγμα θα πυροβολήσει! Übersetzung nicht bestätigt |
Ihr wollt doch nicht etwa alle auf ihn losgehen? | Δε θα τα βάζατε όλοι με έναν, έτσι; Übersetzung nicht bestätigt |
Denkst du, ich würde nicht auf einen Burschen losgehen, der versucht, mich so zu hintergehen? | Νομίζεις πως κι εγώ αυτό δεν θα έκανα σε κάποιον που με πρόδωσε; Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
losgehen |
(sich) auf die Beine machen |
(sich) auf den Weg machen |
(sich) auf die Socken machen |
lossocken |
(sich) aufmachen |
seinen Weg antreten |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | gehe los | ||
du | gehst los | |||
er, sie, es | geht los | |||
Präteritum | ich | ging los | ||
Konjunktiv II | ich | ginge los | ||
Imperativ | Singular | geh los! gehe los! | ||
Plural | geht los! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
losgegangen | sein | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:losgehen |
Aktiv | |||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | ξεκινάω, ξεκινώ | ξεκινάμε, ξεκινούμε |
ξεκινάς | ξεκινάτε | ||
ξεκινάει, ξεκινά | ξεκινάν(ε), ξεκινούν(ε) | ||
Imper fekt | ξεκινούσα, ξεκίναγα | ξεκινούσαμε, ξεκινάγαμε | |
ξεκινούσες, ξεκίναγες | ξεκινούσατε, ξεκινάγατε | ||
ξεκινούσε, ξεκίναγε | ξεκινούσαν(ε), ξεκίναγαν, ξεκινάγανε | ||
Aorist | ξεκίνησα | ξεκινήσαμε | |
ξεκίνησες | ξεκινήσατε | ||
ξεκίνησε | ξεκίνησαν, ξεκινήσαν(ε) | ||
Perf ekt | έχω ξεκινήσει | έχουμε ξεκινήσει | |
έχεις ξεκινήσει | έχετε ξεκινήσει | ||
έχει ξεκινήσει | έχουν ξεκινήσει | ||
Plu perf ekt | είχα ξεκινήσει | είχαμε ξεκινήσει | |
είχες ξεκινήσει | είχατε ξεκινήσει | ||
είχε ξεκινήσει | είχαν ξεκινήσει | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα ξεκινάω, θα ξεκινώ | θα ξεκινάμε, θα ξεκινούμε | |
θα ξεκινάς | θα ξεκινάτε | ||
θα ξεκινάει, θα ξεκινά | θα ξεκινάν(ε), θα ξεκινούν(ε) | ||
Fut ur | θα ξεκινήσω | θα ξεκινήσουμε, θα ξεκινήσομε | |
θα ξεκινήσεις | θα ξεκινήσετε | ||
θα ξεκινήσει | θα ξεκινήσουν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω ξεκινήσει | θα έχουμε ξεκινήσει | |
θα έχεις ξεκινήσει | θα έχετε ξεκινήσει | ||
θα έχει ξεκινήσει | θα έχουν ξεκινήσει | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να ξεκινάω, να ξεκινώ | να ξεκινάμε, να ξεκινούμε |
να ξεκινάς | να ξεκινάτε | ||
να ξεκινάει, να ξεκινά | να ξεκινάν(ε), να ξεκινούν(ε) | ||
Aorist | να ξεκινήσω | να ξεκινήσουμε, να ξεκινήσομε | |
να ξεκινήσεις | να ξεκινήσετε | ||
να ξεκινήσει | να ξεκινήσουν(ε) | ||
Perf | να έχω ξεκινήσει | να έχουμε ξεκινήσει | |
να έχεις ξεκινήσει | να έχετε ξεκινήσει | ||
να έχει ξεκινήσει | να έχουν ξεκινήσει | ||
Imper ativ | Pres | ξεκίνα, ξεκίναγε | ξεκινάτε |
Aorist | ξεκίνησε, ξεκίνα | ξεκινήστε | |
Part izip | Pres | ξεκινώντας | |
Perf | έχοντας ξεκινήσει | ||
Infin | Aorist | ξεκινήσει |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.