lüften
 Verb

βγάζω Verb
(0)
αερίζω Verb
(0)
αποκαλύπτω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Und jetzt sind Sie hier, um ein Staatsgeheimnis zu lüften.Κι υποθετω οτι ηρθες για να ξεθαψεις μεγαλα κρατικα μυστικα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich dachte daran, das beste Zimmer im Westflügel zu lüften.Σκεφτόμουν την καλύτερη αίθουσα στη δυτική πτέρυγα, κύριε.

Übersetzung nicht bestätigt

Wir dachten, wenn wir das Geheimnis... dieser Millionen von kleinen Motoren lüften, die im Grün verborgen sind, dann könnten wir große bauen und all die Energie, die wir jemals brauchen, direkt von den Strahlen der Sonne holen.Σκεφτήκαμε ότι αν ανακαλύπταμε το μυστικό που κρύβεται... πίσω από εκατομμύρια μικροσκοπικούς μηχανισμούς... σε κάθε τι πράσινο, θα βγάζαμε λεφτά και θα αποκτούσαμε όλη την ισχύ... που θα χρειαζόμασταν ποτέ από τις ακτίνες του ηλίου.

Übersetzung nicht bestätigt

Eine Bewegung des Handgelenks... Einmal gründlich lüften... Ein leichter Druck auf den Knopf mit der Aufschrift "Tag"...Με μια κίνηση του χεριού... ένα προσεκτικό αέρισμα... ένα απαλό πάτημα του κουμπιού που γράφει "ημέρα"... et voil, όπως λένε κι οι Γάλλοι, έτοιμο για πρωινό, διάβασμα ή μια παρτίδα μπριτζ.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Wolken lüften sich.Τα σύννεφα διαλύονται!

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
lüften
ventilieren
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
βγάζωβγάζουμε, βγάζομεβγάζομαιβγαζόμαστε
βγάζειςβγάζετεβγάζεσαιβγάζεστε, βγαζόσαστε
βγάζειβγάζουν(ε)βγάζεταιβγάζονται
Imper
fekt
έβγαζαβγάζαμεβγαζόμουν(α)βγαζόμαστε, βγαζόμασταν
έβγαζεςβγάζατεβγαζόσουν(α)βγαζόσαστε, βγαζόσασταν
έβγαζεέβγαζαν, βγάζαν(ε)βγαζόταν(ε)βγάζονταν, βγαζόντανε, βγαζόντουσαν
Aoristέβγαλαβγάλαμεβγάλθηκαβγαλθήκαμε
έβγαλεςβγάλατεβγάλθηκεςβγαλθήκατε
έβγαλεέβγαλαν, βγάλαν(ε)βγάλθηκεβγάλθηκαν, βγαλθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω βγάλει
έχω βγαλμένο
έχουμε βγάλει
έχουμε βγαλμένο
έχω βγαλθεί
είμαι βγαλμένος, -η
έχουμε βγαλθεί
είμαστε βγαλμένοι, -ες
έχεις βγάλει
έχεις βγαλμένο
έχετε βγάλει
έχετε βγαλμένο
έχεις βγαλθεί
είσαι βγαλμένος, -η
έχετε βγαλθεί
είστε βγαλμένοι, -ες
έχει βγάλει
έχει βγαλμένο
έχουν βγάλει
έχουν βγαλμένο
έχει βγαλθεί
είναι βγαλμένος, -η, -ο
έχουν βγαλθεί
είναι βγαλμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα βγάλει
είχα βγαλμένο
είχαμε βγάλει
είχαμε βγαλμένο
είχα βγαλθεί
ήμουν βγαλμένος, -η
είχαμε βγαλθεί
ήμαστε βγαλμένοι, -ες
είχες βγάλει
είχες βγαλμένο
είχατε βγάλει
είχατε βγαλμένο
είχες βγαλθεί
ήσουν βγαλμένος, -η
είχατε βγαλθεί
ήσαστε βγαλμένοι, -ες
είχε βγάλει
είχε βγαλμένο
είχαν βγάλει
είχαν βγαλμένο
είχε βγαλθεί
ήταν βγαλμένος, -η, -ο
είχαν βγαλθεί
ήταν βγαλμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα βγάζωθα βγάζουμε, θα βγάζομεθα βγάζομαιθα βγαζόμαστε
θα βγάζειςθα βγάζετεθα βγάζεσαιθα βγάζεστε, θα βγαζόσατε
θα βγάζειθα βγάζουνεθα βγάζεταιθα βγάζονται
Fut
ur
θα βγάλωθα βγάλουμε, θα βγάλομεθα βγαλθώθα βγαλθούμε
θα βγάλειςθα βγάλετεθα βγαλθείςθα βγαλθείτε
θα βγάλειθα βγάλουνεθα βγαλθείθα βγαλθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω βγάλει
θα έχω βγαλμένο
θα έχουμε βγάλει
θα έχουμε βγαλμένο
θα έχω βγαλθεί
θα είμαι βγαλμένος, -η
θα έχουμε βγαλθεί
θα είμαστε βγαλμένοι, -ες
θα έχεις βγάλει
θα έχεις βγαλμένο
θα έχετε βγάλει
θα έχετε βγαλμένο
θα έχεις βγαλθεί
θα είσαι βγαλμένος, -η
θα έχετε βγάλει
θα είστε βγαλμένοι, -ες
θα έχει βγάλει
θα έχει βγαλμένο
θα έχουν βγάλει
θα έχουν βγαλμένο
θα έχει βγαλθεί
θα είναι βγαλμένος, -η, -ο
θα έχουν βγαλθεί
θα είναι βγαλμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να βγάζωνα βγάζουμε, να βγάζομενα βγάζομαινα βγαζόμαστε
να βγάζειςνα βγάζετενα βγάζεσαινα βγάζεστε, να βγαζόσαστε
να βγάζεινα βγάζουνενα βγάζεταινα βγάζονται
Aoristνα βγάλωνα βγάλουμε, να βγάλομενα βγαλθώνα βγαλθούμε
να βγάλειςνα βγάλετενα βγαλθείςνα βγαλθείτε
να βγάλεινα βγάλουν(ε)να βγαλθείνα βγαλθούν(ε)
Perfνα έχω βγάλει
να έχω βγαλμένο
να έχουμε βγάλει
να έχουμε βγαλμένο
να έχω βγαλθεί
να είμαι βγαλμένος, -η
να έχουμε βγαλθεί
να είμαστε βγαλμένοι, -ες
να έχεις βγάλει
να έχεις βγαλμένο
να έχετε βγάλει
να έχετε βγαλμένο
να έχεις βγαλθεί
να είσαι βγαλμένος, -η
να έχετε βγαλθεί
να είστε βγαλμένοι, -ες
να έχει βγάλει
να έχει βγαλμένο
να έχουν βγάλει
να έχουν βγαλμένο
να έχει βγαλθεί
να είναι βγαλμένος, -η, -ο
να έχουν βγαλθεί
να είναι βγαλμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presβγάζεβγάζετεβγάζεστε
Aoristβγάλεβγάλτεβγαλθείτε
Part
izip
Presβγάζοντας
Perfέχοντας βγάλει, έχοντας βγαλμένοβγαλμένος, -η, -οβγαλμένοι, -ες, -α
InfinAoristβγάλειβγαλθεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
αποκαλύπτωαποκαλύπτουμε, αποκαλύπτομεαποκαλύπτομαιαποκαλυπτόμαστε
αποκαλύπτειςαποκαλύπτετεαποκαλύπτεσαιαποκαλύπτεστε, αποκαλυπτόσαστε
αποκαλύπτειαποκαλύπτουν(ε)αποκαλύπτεταιαποκαλύπτονται
Imper
fekt
αποκάλυπτααποκαλύπταμεαποκαλυπτόμουν(α)αποκαλυπτόμαστε, αποκαλυπτόμασταν
αποκάλυπτεςαποκαλύπτατεαποκαλυπτόσουν(α)αποκαλυπτόσαστε
αποκάλυπτεαποκάλυπταν, αποκαλύπταν(ε)αποκαλυπτόταν(ε)αποκαλύπτονταν
Aoristαποκάλυψααποκαλύψαμεαποκαλύφθηκα, αποκαλύφτηκααποκαλυφθήκαμε, αποκαλυφτήκαμε
αποκάλυψεςαποκαλύψατεαποκαλύφθηκες, αποκαλύφτηκεςαποκαλυφθήκατε, αποκαλυφτήκατε
αποκάλυψεαποκάλυψαν, αποκαλύψαν(ε)αποκαλύφθηκε, αποκαλύφτηκεαποκαλύφθηκαν, αποκαλυφθήκαν(ε), αποκαλύφτηκαν, αποκαλυφτήκαν(ε)
Per
fekt
έχω αποκαλύψειέχουμε αποκαλύψειέχω αποκαλυφθεί
έχω αποκαλυφτεί
έχουμε αποκαλυφθεί
έχουμε αποκαλυφτεί
έχεις αποκαλύψειέχετε αποκαλύψειέχεις αποκαλυφθεί
έχεις αποκαλυφτεί
έχετε αποκαλυφθεί
έχετε αποκαλυφτεί
έχει αποκαλύψειέχουν αποκαλύψειέχει αποκαλυφθεί
έχει αποκαλυφτεί
έχουν αποκαλυφθεί
έχουν αποκαλυφτεί
Plu
per
fekt
είχα αποκαλύψειείχαμε αποκαλύψειείχα αποκαλυφθεί
είχα αποκαλυφτεί
είχαμε αποκαλυφθεί
είχαμε αποκαλυφτεί
είχες αποκαλύψειείχατε αποκαλύψειείχες αποκαλυφθεί
είχες αποκαλυφτεί
είχατε αποκαλυφθεί
είχατε αποκαλυφτεί
είχε αποκαλύψειείχαν αποκαλύψειείχε αποκαλυφθεί
είχε αποκαλυφτεί
είχαν αποκαλυφθεί
είχαν αποκαλυφτεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα αποκαλύπτωθα αποκαλύπτουμε, θα αποκαλύπτομεθα αποκαλύπτομαιθα αποκαλυπτόμαστε
θα αποκαλύπτειςθα αποκαλύπτετεθα αποκαλύπτεσαιθα αποκαλύπτεστε, θα αποκαλυπτόσαστε
θα αποκαλύπτειθα αποκαλύπτουν(ε)θα αποκαλύπτεταιθα αποκαλύπτονται
Fut
ur
θα αποκαλύψωθα αποκαλύψουμε, θα αποκαλύψομεθα αποκαλυφθώ, θα αποκαλυφτώθα αποκαλυφθούμε, θα αποκαλυφτούμε
θα αποκαλύψειςθα αποκαλύψετεθα αποκαλυφθείς, θα αποκαλυφτείςθα αποκαλυφθείτε, θα αποκαλυφτείτε
θα αποκαλύψειθα αποκαλύψουν(ε)θα αποκαλυφθεί, θα αποκαλυφτείθα αποκαλυφθούν(ε), θα αποκαλυφτούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω αποκαλύψειθα έχουμε αποκαλύψειθα έχω αποκαλυφθεί
θα έχω αποκαλυφτεί
θα έχουμε αποκαλυφθεί
θα έχουμε αποκαλυφτεί
θα έχεις αποκαλύψειθα έχετε αποκαλύψειθα έχεις αποκαλυφθεί
θα έχεις αποκαλυφτεί
θα έχετε αποκαλυφθεί
θα έχετε αποκαλυφτεί
θα έχει αποκαλύψειθα έχουν αποκαλύψειθα έχει αποκαλυφθεί
θα έχει αποκαλυφτεί
θα έχουν αποκαλυφθεί
θα έχουν αποκαλυφτεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να αποκαλύπτωνα αποκαλύπτουμε, να αποκαλύπτομενα αποκαλύπτομαινα αποκαλυπτόμαστε
να αποκαλύπτειςνα αποκαλύπτετενα αποκαλύπτεσαινα αποκαλύπτεστε, να αποκαλυπτόσαστε
να αποκαλύπτεινα αποκαλύπτουν(ε)να αποκαλύπτεταινα αποκαλύπτονται
Aoristνα αποκαλύψωνα αποκαλύψουμε, να αποκαλύψομενα αποκαλυφθώ, να αποκαλυφτώνα αποκαλυφθούμε, να αποκαλυφτούμε
να αποκαλύψειςνα αποκαλύψετενα αποκαλυφθείς, να αποκαλυφτείςνα αποκαλυφθείτε, να αποκαλυφτείτε
να αποκαλύψεινα αποκαλύψουν(ε)να αποκαλυφθεί, να αποκαλυφτείνα αποκαλυφθούν(ε), να αποκαλυφτούν(ε)
Perfνα έχω αποκαλύψεινα έχουμε αποκαλύψεινα έχω αποκαλυφθεί
να έχω αποκαλυφτεί
να έχουμε αποκαλυφθεί
να έχουμε αποκαλυφτεί
να έχεις αποκαλύψεινα έχετε αποκαλύψεινα έχεις αποκαλυφθεί
να έχεις αποκαλυφτεί
να έχετε αποκαλυφθεί
να έχετε αποκαλυφτεί
να έχει αποκαλύψεινα έχουν αποκαλύψεινα έχει αποκαλυφθεί
να έχει αποκαλυφτεί
να έχουν αποκαλυφθεί
να έχουν αποκαλυφτεί
Imper
ativ
Presαποκάλυπτεαποκαλύπτετεαποκαλύπτεστε
Aoristαποκαλύψεαποκαλύψετε, αποκαλύψτεαποκαλύψουαποκαλυφθείτε, αποκαλυφτείτε
Part
izip
Presαποκαλύπτονταςαποκαλυπτόμενος
Perfέχοντας αποκαλύψει
InfinAoristαποκαλύψειαποκαλυφθεί, αποκαλυπτεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback