kratzen
 Verb

ξύνω Verb
(7)
νυχιάζω Verb
(0)
σκαλίζω Verb
(0)
γρατζουνίζω 
(0)
DeutschGriechisch
Noch keine Beispielsätze.
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ξύνωξύνουμε, ξύνομεksino39">ξύνομαιξυνόμαστε
ξύνειςξύνετεξύνεσαιξύνεστε, ξυνόσαστε
ξύνειξύνουν(ε)ξύνεταιξύνονται
Imper
fekt
έξυναξύναμεξυνόμουν(α)ξυνόμαστε, ξυνόμασταν
έξυνεςξύνατεξυνόσουν(α)ξυνόσαστε, ξυνόσασταν
έξυνεέξυναν, ξύναν(ε)ξυνόταν(ε)ξύνονταν, ξυνόντανε, ξυνόντουσαν
Aoristέξυσαξύσαμεξύθηκαξυθήκαμε
έξυσεςξύσατεξύθηκεςξυθήκατε
έξυσεέξυσαν, ξύσαν(ε)ξύθηκεξύθηκαν(ε), ξυθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω ξύσει
έχω ξυσμένο
έχουμε ξύσει
έχουμε ξυσμένο
έχω ξυθεί
είμαι ξυσμένος, -η
έχουμε ξυθεί
είμαστε ξυσμένοι, -ες
έχεις ξύσει
έχεις ξυσμένο
έχετε ξύσει
έχετε ξυσμένο
έχεις ξυθεί
είσαι ξυσμένος, -η
έχετε ξυθεί
είστε ξυσμένοι, -ες
έχει ξύσει
έχει ξυσμένο
έχουν ξύσει
έχουν ξυσμένο
έχει ξυθεί
είναι ξυσμένος, -η, -ο
έχουν ξυθεί
είναι ξυσμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα ξύσει
είχα ξυσμένο
είχαμε ξύσει
είχαμε ξυσμένο
είχα ξυθεί
ήμουν ξυσμένος, -η
είχαμε ξυθεί
ήμαστε ξυσμένοι, -ες
είχες ξύσει
είχες ξυσμένο
είχατε ξύσει
είχατε ξυσμένο
είχες ξυθεί
ήσουν ξυσμένος, -η
είχατε ξυθεί
ήσαστε ξυσμένοι, -ες
είχε ξύσει
είχε ξυσμένο
είχαν ξύσει
είχαν ξυσμένο
είχε ξυθεί
ήταν ξυσμένος, -η, -ο
είχαν ξυθεί
ήταν ξυσμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ξύνωθα ξύνουμεθα ξύνομαιθα ξυνόμαστε
θα ξύνειςθα ξύνετεθα ξύνεσαιθα ξύνεστε, θα ξυνόσαστε
θα ξύνειθα ξύνουνθα ξύνεταιθα ξύνονται
Fut
ur
θα ξύσωθα ξύσουμεθα ξυθώθα ξυθούμε
θα ξύσειςθα ξύσετεθα ξυθείςθα ξυθείτε
θα ξύσειθα ξύσουνθα ξυθείθα ξυθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ξύσει
θα έχω ξυσμένο
θα έχουμε ξύσει
θα έχουμε ξυσμένο
θα έχω ξυθεί
θα είμαι ξυσμένος, -η
θα έχουμε ξυθεί
θα είμαστε ξυσμένοι, -ες
θα έχεις ξύσει
θα έχεις ξυσμένο
θα έχετε ξύσει
θα έχετε ξυσμένο
θα έχεις ξυθεί
θα είσαι ξυσμένος, -η
θα έχετε ξυθεί
θα είστε ξυσμένοι, -ες
θα έχει ξύσει
θα έχει ξυσμένο
θα έχουν ξύσει
θα έχουν ξυσμένο
θα έχει ξυθεί
θα είναι ξυσμένος, -η, -ο
θα έχουν ξυθεί
θα είναι ξυσμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ξύνωνα ξύνουμενα ξύνομαινα ξυνόμαστε
να ξύνειςνα ξύνετενα ξύνεσαινα ξύνεστε, να ξυνόσαστε
να ξύνεινα ξύνουννα ξύνεταινα ξύνονται
Aoristνα ξύσωνα ξύσουμενα ξυθώνα ξυστούμε, να ξυθούμε
να ξύσειςνα ξύσετενα ξυθείςνα ξυθείτε
να ξύσεινα ξύσουννα ξυθείνα ξυθούν(ε)
Perfνα έχω ξύσει
να έχω ξυσμένο
να έχουμε ξύσει
να έχουμε ξυσμένο
να έχω ξυθεί
να είμαι ξυσμένος, -η
να έχουμε ξυθεί
να είμαστε ξυσμένοι, -ες
να έχεις ξύσει
να έχεις ξυσμένο
να έχετε ξύσει
να έχετε ξυσμένο
να έχεις ξυθεί
να είσαι ξυσμένος, -η
να έχετε ξυθεί
να είστε ξυσμένοι, -ες
να έχει ξύσει
να έχει ξυσμένο
να έχουν ξύσει
να έχουν ξυσμένο
να έχει ξυθεί
να είναι ξυσμένος, -η, -ο
να έχουν ξυθεί
να είναι ξυσμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presξύνεξύνετεξύνεστε
Aoristξύσεξύσετε, ξύστεξύσουξυθείτε
Part
izip
Presξύνοντας
Perfέχοντας ξύσει, έχοντας ξυσμένοξυσμένος, -η, -οξυσμένοι, -ες, -α
InfinAoristξύσειξυθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback