πλησιάζω Verb (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Trotzdem müssen wir mit Vorsicht und Diplomatie an die Sache herangehen, sonst heißt es später, dieses Zusammentreffen hätte einen langen, blutigen Krieg zwischen den Menschen und den Romulanern ausgelöst. | Αλλά πρέπει να μετρήσουμε την απάντησή μας προσεχτικά, αλλιώς η ιστορία θα θυμάται τον Γκαλόρντον Κορ μαζί με το Περλ Χάρμπορ και τον Σταθμό Σάλεμ 1 ως την πρώτη πράξη ενός αιματοβαμμένου πολέμου. Übersetzung nicht bestätigt |
Je professioneller du wirst, desto näher kannst du an ihn herangehen. | 'Οσο πιο επαγγελματίας γίνεσαι, τόσο πλησιάζεις τον πελάτη. Übersetzung nicht bestätigt |
Je professioneller du wirst, desto näher kannst du an ihn herangehen. | Όσο πιο επαγγελματίας είσαι, τόσο πλησιάζεις τον πελάτη. Übersetzung nicht bestätigt |
Die Reichweite ist sehr gering, also musst du nah herangehen. | Έχει πολύ μικρή ακτίνα βολής. Übersetzung nicht bestätigt |
Colonel Sheppard... für die Überschreibung müssen Sie näher herangehen. | Αντισμήναρχε Σέπαρντ, πρέπει να είσαι κοντά στην άκατο για να γίνει η μεταφορά. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
herangehen |
herantreten |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | gehe heran | ||
du | gehst heran | |||
er, sie, es | geht heran | |||
Präteritum | ich | ging heran | ||
Konjunktiv II | ich | ginge heran | ||
Imperativ | Singular | geh heran! gehe heran! | ||
Plural | geht heran! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
herangegangen | sein | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:herangehen |
Aktiv | |||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | πλησιάζω | πλησιάζουμε, πλησιάζομε |
πλησιάζεις | πλησιάζετε | ||
πλησιάζει | πλησιάζουν(ε) | ||
Imper fekt | πλησίαζα | πλησιάζαμε | |
πλησίαζες | πλησιάζατε | ||
πλησίαζε | πλησίαζαν, πλησιάζαν(ε) | ||
Aorist | πλησίασα | πλησιάσαμε | |
πλησίασες | πλησιάσατε | ||
πλησίασε | πλησίασαν, πλησιάσαν(ε) | ||
Per fekt | έχω πλησιάσει | έχουμε πλησιάσει | |
έχεις πλησιάσει | έχετε πλησιάσει | ||
έχει πλησιάσει | έχουν πλησιάσει | ||
Plu per fekt | είχα πλησιάσει | είχαμε πλησιάσει | |
είχες πλησιάσει | είχατε πλησιάσει | ||
είχε πλησιάσει | είχαν πλησιάσει | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα πλησιάζω | θα πλησιάζουμε, θα πλησιάζομε | |
θα πλησιάζεις | θα πλησιάζετε | ||
θα πλησιάζει | θα πλησιάζουν(ε) | ||
Fut ur | θα πλησιάσω | θα πλησιάσουμε, θα πλησιάζομε | |
θα πλησιάσεις | θα πλησιάσετε | ||
θα πλησιάσει | θα πλησιάσουν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω πλησιάσει | θα έχουμε πλησιάσει | |
θα έχεις πλησιάσει | θα έχετε πλησιάσει | ||
θα έχει πλησιάσει | θα έχουν πλησιάσει | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να πλησιάζω | να πλησιάζουμε, να πλησιάζομε |
να πλησιάζεις | να πλησιάζετε | ||
να πλησιάζει | να πλησιάζουν(ε) | ||
Aorist | να πλησιάσω | να πλησιάσουμε, να πλησιάσομε | |
να πλησιάσεις | να πλησιάσετε | ||
να πλησιάσει | να πλησιάσουν(ε) | ||
Perf | να έχω πλησιάσει | να έχουμε πλησιάσει | |
να έχεις πλησιάσει | να έχετε πλησιάσει | ||
να έχει πλησιάσει | να έχουν πλησιάσει | ||
Imper ativ | Pres | πλησίαζε | πλησιάζετε |
Aorist | πλησίασε | πλησιάστε | |
Part izip | Pres | πλησιάζοντας | |
Perf | έχοντας πλησιάσει | ||
Infin | Aorist | πλησιάσει |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.