ermäßigen
 Verb

κατεβάζω Verb
(0)
μειώνω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Aber ich kann den Zimmerpreis ermäßigen.Πάντως, θα σου μειώσω το ενοίκιο.

Übersetzung nicht bestätigt

Für Schiffe mit einer Tragfähigkeit mit weniger als 450 Tonnen ermäßigen sich die Höchstsätze der Sonderbeiträge gemäß Absatz 1 um 30 %.Για τα πλοία νεκρού φορτίου κάτω των 450 τόνων, οι μέγιστοι συντελεστές των ειδικών εισφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μειώνονται κατά 30 %.

Übersetzung bestätigt

Für Schiffe mit einer Tragfähigkeit zwischen 650 und 450 Tonnen ermäßigen sich die Höchstsätze der Sonderbeiträge für jede unter einer Tragfähigkeit von 650 t liegenden Tonne um 0,15 %.Για τα πλοία νεκρού φορτίου μεταξύ 650 και 450 τόνων, οι μέγιστοι συντελεστές των ειδικών εισφορών μειώνονται κατά 0,15 % ανά τόνο, όταν το νεκρό φορτίο του πλοίου είναι κατώτερο των 650 τόνων.

Übersetzung bestätigt

Italien teilte außerdem mit, die Verbrauchsteuer für Biokraftstoffe stärker ermäßigen und die Verbrauchsteuersätze für fossile Brennstoffe anheben zu wollen, und übermittelte aktualisierte Kalkulationen der Produktionskosten für Bioethanol und Bio-ETBE.Επιπλέον, η Ιταλία ανακοίνωσε την εφαρμογή υψηλότερων μειώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης για τα βιοκαύσιμα και υψηλότερων φορολογικών συντελεστών για τα ορυκτά καύσιμα και διαβίβασε τους επικαιροποιημένους υπολογισμούς του κόστους παραγωγής για τη βιοαιθανόλη και για το βίο-ETBE.

Übersetzung bestätigt

Am 8. Oktober 2002 teilte die Kommission Dimon und Transcatab ihre Absicht mit, ihre Geldbußen am Ende des Verfahrens in einem Umfang zwischen 30 % und 50 % bzw. 20 % und 30 % zu ermäßigen.Στις 8 Οκτωβρίου 2002, η Επιτροπή ενημέρωσε τις Dimon και Transcatab σχετικά με την πρόθεσή της να εφαρμόσει μειώσεις απέναντί τους κατά τη λήξη της διαδικασίας (εντός των κλιμάκων 30 %-50 % και 20-30 % αντίστοιχα).

Übersetzung bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
κατεβάζωκατεβάζουμε, κατεβάζομε
κατεβάζειςκατεβάζετε
κατεβάζεικατεβάζουν(ε)
Imper
fekt
κατέβαζακατεβάζαμε
κατέβαζεςκατεβάζατε
κατέβαζεκατέβαζαν, κατεβάζαν(ε)
Aoristκατέβασα, katebaino">κατέβηκακατεβάσαμε
κατέβασεςκατεβάσατε
κατέβασεκατέβασαν, κατεβάσαν(ε)
Per
fekt
έχω κατεβάσειέχουμε κατεβάσει
έχεις κατεβάσειέχετε κατεβάσει
έχει κατεβάσειέχουν κατεβάσει
Plu
per
fekt
είχα κατεβάσειείχαμε κατεβάσει
είχες κατεβάσειείχατε κατεβάσει
είχε κατεβάσειείχαν κατεβάσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα κατεβάζωθα κατεβάζουμε, θα κατεβάζομε
θα κατεβάζειςθα κατεβάζετε
θα κατεβάζειθα κατεβάζουν(ε)
Fut
ur
θα κατεβάσωθα κατεβάσουμε, θα κατεβάζομε
θα κατεβάσειςθα κατεβάσετε
θα κατεβάσειθα κατεβάσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω κατεβάσειθα έχουμε κατεβάσει
θα έχεις κατεβάσειθα έχετε κατεβάσει
θα έχει κατεβάσειθα έχουν κατεβάσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να κατεβάζωνα κατεβάζουμε, να κατεβάζομε
να κατεβάζειςνα κατεβάζετε
να κατεβάζεινα κατεβάζουν(ε)
Aoristνα κατεβάσωνα κατεβάσουμε, να κατεβάσομε
να κατεβάσειςνα κατεβάσετε
να κατεβάσεινα κατεβάσουν(ε)
Perfνα έχω κατεβάσεινα έχουμε κατεβάσει
να έχεις κατεβάσεινα έχετε κατεβάσει
να έχει κατεβάσεινα έχουν κατεβάσει
Imper
ativ
Presκατέβαζεκατεβάζετε
Aoristκατέβασεκατεβάστε
Part
izip
Presκατεβάζοντας
Perfέχοντας κατεβάσει
κατεβασμένος
InfinAoristκατεβάσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback