einstecken
 Verb

καταπίνω Verb
(0)
τσεπώνω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Du kannst immer noch austeilen, aber nichts einstecken.Σ" αρέσει να το κάνεις, αλλά δεν αντέχεις να στο κάνουν.

Übersetzung nicht bestätigt

Du kannst zwar noch austeilen, aber nicht mehr einstecken.Το κάνεις στους άλλους, αλλά δεν αντέχεις να στο κάνουν.

Übersetzung nicht bestätigt

Flaherty sagte auch, dass Little Caesars oft wiederholte Prahlerei, er könne austeilen und auch einstecken, widerlegt sei.Ο Φλάερτι δήλωσε επίσης ότι Μικρός Καίσαρας διέψευσε τον κομπασμό ότι ήταν ικανός στα έργα κι όχι μόνο στα λόγια. "

Übersetzung nicht bestätigt

Noch 2 Minuten im ersten Viertel zu spielen, und das Huxley-Team muss ordentlich was einstecken.Ακόμη δύο λεπτά παιχνίδι στο πρώτο τέταρτο και η ομάδα του Χάξλεί δεν μπορεί να αντιδράσει.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich musste schon einmal 20 Hiebe dafür einstecken. Los, rudere.Τραβα κουπι, τραβα κουπι.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
einstecken
einstöpseln
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
καταπίνωκαταπίνουμε, καταπίνομεκαταπίνομαικαταπινόμαστε
καταπίνειςκαταπίνετεκαταπίνεσαικαταπίνεστε, καταπινόσαστε
καταπίνεικαταπίνουν(ε)καταπίνεταικαταπίνονται
Imper
fekt
κατάπινακαταπίναμεκαταπινόμουν(α)καταπινόμαστε, καταπινόμασταν
κατάπινεςκαταπίνατεκαταπινόσουν(α)καταπινόσαστε, καταπινόσασταν
κατάπινεκατάπιναν, καταπίναν(ε)καταπινόταν(ε)καταπίνονταν, καταπινόντανε, καταπινόντουσαν
Aoristκατάπιακατάπιαμε
κατάπιεςκατάπιατε
κατάπιεκατάπιαν(ε)
Per
fekt
έχω καταπιείέχουμε καταπιεί
έχεις καταπιείέχετε καταπιεί
έχει καταπιείέχουν καταπιεί
Plu
per
fekt
είχα καταπιείείχαμε καταπιεί
είχες καταπιείείχατε καταπιεί
είχε καταπιείείχαν καταπιεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα καταπίνωθα καταπίνουμεθα καταπίνομαιθα καταπινόμαστε
θα καταπίνειςθα καταπίνετεθα καταπίνεσαιθα καταπίνεστε θα καταπινόσαστε
θα καταπίνειθα καταπίνουνθα καταπίνεταιθα καταπίνονται
Fut
ur
θα καταπιώθα καταπιούμε
θα καταπιείςθα καταπιείτε
θα καταπιείθα καταπιούν
Fut
ur II
θα έχω καταπιείθα έχουμε καταπιεί
θα έχεις καταπιείθα έχετε καταπιεί
θα έχει καταπιείθα έχουν καταπιεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να καταπίνωνα καταπίνουμενα καταπίνομαινα καταπινόμαστε
να καταπίνειςνα καταπίνετενα καταπίνεσαινα καταπίνεστε να καταπινόσαστε
να καταπίνεινα καταπίνουννα καταπίνεταινα καταπίνονται
Aoristνα καταπιώνα καταπιούμε
να καταπιείςνα καταπιείτε
να καταπιείνα καταπιούν(ε)
Perfνα έχω καταπιείνα έχουμε καταπιεί
να έχεις καταπιείνα έχετε καταπιεί
να έχει καταπιείνα έχουν καταπιεί
Imper
ativ
Presκατάπινεκαταπίνετεκαταπίνεστε
Aoristκατάπιεκαταπιείτε
Part
izip
Presκαταπίνοντας
Perfέχοντας καταπιεί
InfinAoristκαταπιεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback