einlesen
 Verb

εισάγω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Nein. Wenn Sie sich einlesen möchten...Όχι, μα αν θέλετε να το διαβάσετε;

Übersetzung nicht bestätigt

Daten einlesen!Ενεργοποιήστε.

Übersetzung nicht bestätigt

Sie müssten sich erst in den Plan einlesen und das dauert.Θα έπρεπε να σε καταχωρήσουμε στο πρόγραμμα και δεν έχουμε τον χρόνο.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Spieler mussten sich nicht auf elementare akustische oder visuelle Wahrnehmung verlassen, da sie stattdessen ihr gesamtes Selbst in die Spielumgebung einlesen konnten, und zwar über niederfrequente Wellensimulation der Großhirnrinde.Οι παίκτες δεν χρειάζονται χειριστήριο για να παίξουν αφού έχουν εξασφαλίσει ειδικής συχνότητας νευρικό κύματα άμεσα προσομοιωμένα στον εγκεφαλικό φλοιό

Übersetzung nicht bestätigt

Man kann sich ja einlesen.Μπορείς να διαβάσεις σχετικά μ' αυτό.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
durchziehen (Karte)
einlesen
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
εισάγωεισάγουμε, εισάγομεεισάγομαιεισαγόμαστε
εισάγειςεισάγετεεισάγεσαιεισάγεστε, εισαγόσαστε
εισάγειεισάγουν(ε)εισάγεταιεισάγονται
Imper
fekt
εισήγαεισήγαμεεισαγόμουν(α)εισαγόμαστε
εισήγεςεισήγατεεισαγόσουν(α)εισαγόσαστε
εισήγεεισήγανεισαγόταν(ε)εισάγονταν
Aoristεισήγαγαεισηγάγαμε(εισάχθηκα)(εισαχθήκαμε)
εισήγαγεςεισηγάγατε(εισάχθηκες)(εισαχθήκατε)
εισήγαγεεισήγαγαν(εισάχθηκε) εισήχθη(εισάχθηκαν) εισήχθησαν
Per
fekt
έχω εισαγάγειέχουμε εισαγάγειέχω εισαχθείέχουμε εισαχθεί
έχεις εισαγάγειέχετε εισαγάγειέχεις εισαχθείέχετε εισαχθεί
έχει εισαγάγειέχουν εισαγάγειέχει εισαχθείέχουν εισαχθεί
Plu
per
fekt
είχα εισαγάγειείχαμε εισαγάγειείχα εισαχθείείχαμε εισαχθεί
είχες εισαγάγειείχατε εισαγάγειείχες εισαχθείείχατε εισαχθεί
είχε εισαγάγειείχαν εισαγάγειείχε εισαχθείείχαν εισαχθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα εισάγωθα εισάγουμε, θα εισάγομεθα εισάγομαιθα εισαγόμαστε
θα εισάγειςθα εισάγετεθα εισάγεσαιθα εισάγεστε, θα εισαγόσαστε
θα εισάγειθα εισάγουν(ε)θα εισάγεταιθα εισάγονται
Fut
ur
θα εισηγάγωθα εισηγάγουμε, θα εισηγάγομεθα εισαχθώθα εισαχθούμε
θα εισαγάγειςθα εισηγάγετεθα εισαχθείςθα εισαχθείτε
θα εισαγάγειθα εισηγάγουν(ε)θα εισαχθείθα εισαχθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω εισαγάγειθα έχουμε εισαγάγειθα έχω εισαχθείθα έχουμε εισαχθεί
θα έχεις εισαγάγειθα έχετε εισαγάγειθα έχεις εισαχθείθα έχετε εισαχθεί
θα έχει εισαγάγειθα έχουν εισαγάγειθα έχει εισαχθείθα έχουν εισαχθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να εισάγωνα εισάγουμε, να εισάγομενα εισάγομαινα εισαγόμαστε
να εισάγειςνα εισάγετενα εισάγεσαινα εισάγεστε, να εισαγόσαστε
να εισάγεινα εισάγουν(ε)να εισάγεταινα εισάγονται
Aoristνα εισηγάγωνα εισηγάγουμε, να εισηγάγομενα εισαχθώνα εισαχθούμε
να εισαγάγειςνα εισηγάγετενα εισαχθείςνα εισαχθείτε
να εισαγάγεινα εισηγάγουν(ε)να εισαχθείνα εισαχθούν(ε)
Perfνα έχω εισαγάγεινα έχουμε εισαγάγεινα έχω εισαχθείνα έχουμε εισαχθεί
να έχεις εισαγάγεινα έχετε εισαγάγεινα έχεις εισαχθείνα έχετε εισαχθεί
να έχει εισαγάγεινα έχουν εισαγάγεινα έχει εισαχθείνα έχουν εισαχθεί
Imper
ativ
Presεισάγετεεισάγεστε
Aoristεισαγάγετεεισαχθείτε
Part
izip
Presεισάγονταςεισαγόμενος
Perfέχοντας εισαγάγει(εισαγμένος, -η, -ο)(εισαγμένοι, -ες, -α)
InfinAoristεισαγάγειεισαχθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback