ανησυχώ Verb (8) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Wir können nicht warten, bis die Einigung auf dem Tisch ist, weil in einigen anderen Punkten positive Signale aus dem Kreml kommen müssen. Bestimmte Entwicklungen beunruhigen mich zutiefst: Tschetschenien, der Fall TNK vs. BP und Abchasien. | Κύριε Πρόεδρε, δεν μπορούμε να περιμένουμε να τεθεί επί τάπητος η συμφωνία, γιατί ήδη από τώρα πρέπει να λάβουμε θετικά μηνύματα από το Κρεμλίνο όσον αφορά ορισμένα άλλα ζητήματα· ανησυχώ ιδιαίτερα για ορισμένες εξελίξεις: την Τσετσενία, την υπόθεση TNK κατά BP και την Αμπχαζία. Übersetzung bestätigt |
Deshalb möchte ich betonen, dass mich die Menschenrechtsverletzungen sehr beunruhigen und ich mit den palästinensischen Gefangenen mitfühle, die in israelischen Gefängnissen leiden müssen. | Συνεπώς, θα ήθελα να τονίσω ότι ανησυχώ ιδιαίτερα για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συμπονώ πολύ τους φυλακισμένους Παλαιστίνιους που υποφέρουν στις φυλακές του Ισραήλ. Übersetzung bestätigt |
im Namen der PPE-DE-Fraktion.. (EN) Herr Präsident! Ich kann mich der Besorgnis über die Entdeckung von Hunderten von Gräbern in Jammu und Kaschmir seit 2006 nur anschließen, doch besonders beunruhigen mich der bewaffnete Überfall auf den geachteten Menschenrechtsanwalt Pervez Imroz vor genau elf Tagen in Srinagar und die ständigen Schikanen gegenüber zahlreichen Menschenrechtsaktivisten. | εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. (EN) Κύριε Πρόεδρε, δεν μπορώ παρά να συμμεριστώ και εγώ τις ανησυχίες σχετικά με την ανακάλυψη εκατοντάδων τάφων στο Jammu και το Κασμίρ από το 2006, όμως ανησυχώ ιδιαίτερα για την ένοπλη επίθεση μόλις πριν από 11 ημέρες στο Srinagar κατά του Pervez Imroz, υψηλού κύρους δικηγόρου ο οποίος απασχολείται σε υποθέσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και για τις συνεχιζόμενες παρενοχλήσεις που υφίστανται πολλοί ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Übersetzung bestätigt |
Manche Absätze, die häufig durch Änderungsanträge hineingebracht worden sind, beunruhigen mich. | Όταν βλέπω κάποιες παραγράφους, που εισάγονται με τροπολογίες, ανησυχώ. Übersetzung bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
Noch keine deutschen Synonyme. |
Ähnliche Wörter |
---|
beunruhigend |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | beunruhige | ||
du | beunruhigst | |||
er, sie, es | beunruhigt | |||
Präteritum | ich | beunruhigte | ||
Konjunktiv II | ich | beunruhigte | ||
Imperativ | Singular | beunruhige! beunruhig! | ||
Plural | beunruhigt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
beunruhigt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:beunruhigen |
Aktiv | |||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | ανησυχώ | ανησυχούμε |
ανησυχείς | ανησυχείτε | ||
ανησυχεί | ανησυχούν(ε) | ||
Imper fekt | ανησυχούσα | ανησυχούσαμε | |
ανησυχούσες | ανησυχούσατε | ||
ανησυχούσε | ανησυχούσαν(ε) | ||
Aorist | ανησύχησα | ανησυχήσαμε | |
ανησύχησες | ανησυχήσατε | ||
ανησύχησε | ανησύχησαν, ανησυχήσαν(ε) | ||
Perf ekt | έχω ανησυχήσει | έχουμε ανησυχήσει | |
έχεις ανησυχήσει | έχετε ανησυχήσει | ||
έχει ανησυχήσει | έχουν ανησυχήσει | ||
Plu perf ekt | είχα ανησυχήσει | είχαμε ανησυχήσει | |
είχες ανησυχήσει | είχατε ανησυχήσει | ||
είχε ανησυχήσει | είχαν ανησυχήσει | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα ανησυχώ | θα ανησυχούμε | |
θα ανησυχείς | θα ανησυχείτε | ||
θα ανησυχεί | θα ανησυχούν(ε) | ||
Fut ur | θα ανησυχήσω | θα ανησυχήσουμε | |
θα ανησυχήσεις | θα ανησυχήσετε | ||
θα ανησυχήσει | θα ανησυχήσουν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω ανησυχήσει | θα έχουμε ανησυχήσει | |
θα έχεις ανησυχήσει | θα έχετε ανησυχήσει | ||
θα έχει ανησυχήσει | θα έχουν ανησυχήσει | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να ανησυχώ | να ανησυχούμε |
να ανησυχείς | να ανησυχείτε | ||
να ανησυχεί | να ανησυχούν(ε) | ||
Aorist | να ανησυχήσω | να ανησυχήσουμε, να ανησυχήσομε | |
να ανησυχήσεις | να ανησυχήσετε | ||
να ανησυχήσει | να ανησυχήσουν(ε) | ||
Perf | να έχω ανησυχήσει | να έχουμε ανησυχήσει | |
να έχεις ανησυχήσει | να έχετε ανησυχήσει | ||
να έχει ανησυχήσει | να έχουν ανησυχήσει | ||
Imper ativ | Pres | ανησυχείτε | |
Aorist | ανησύχησε | ανησυχήστε, ανησυχήσετε | |
Part izip | Pres | ανησυχώντας | |
Perf | έχοντας ανησυχήσει | ||
Infin | Aorist | ανησυχήσει |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.