auswerfen
 Verb

εξάγω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Enterhaken auswerfen!Πεταξτε τους γαντζους!

Übersetzung nicht bestätigt

Räumgeräte auswerfen.Ρίξτε το ναρκαλιευτικό μηχανισμό.

Übersetzung nicht bestätigt

Wenn sie nicht mitkommen, Farbmarkierung auswerfen.Αν δε μας προλαβαίνουν, ρίξτε χρώμα.

Übersetzung nicht bestätigt

Du kannst die Angel nicht auswerfen.Δεν ξέρεις να το πετάς σωστά.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich kann noch rudern und das Netz auswerfen.Εσύ παίξε. Μπορώ ακόμη να τραβώ κουπί, και να ρίχνω το δίχτυ.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
auswerfen
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
εξάγωεξάγουμε, εξάγομεεξάγομαιεξαγόμαστε
εξάγεξεξάγετεεξάγεσαιεξάγεστε, εξαγόσαστε
εξάγειεξάγουν(ε)εξάγεταιεξάγονται
Imper
fekt
εξήγαεξήγαμεεξαγόμουν(α)εξαγόμαστε
εξήγεςεξήγατεεξαγόσουν(α)εξαγόσαστε
εξήγεεξήγανεξαγόταν(ε)εξάγονταν
Aoristεξήγαγαεξηγάγαμε(εξάχθηκα)(εξαχθήκαμε)
εξήγαγεςεξηγάγατε(εξάχθηκες)(εξαχθήκατε)
εξήγαγεεξήγαγαν(εξάχθηκε) εξήχθη(εξάχθηκαν) εξήχθησαν
Per
fekt
έχω εξαγάγειέχουμε εξαγάγειέχω εξαχθείέχουμε εξαχθεί
έχεξ εξαγάγειέχετε εξαγάγειέχεξ εξαχθείέχετε εξαχθεί
έχει εξαγάγειέχουν εξαγάγειέχει εξαχθείέχουν εξαχθεί
Plu
per
fekt
είχα εξαγάγειείχαμε εξαγάγειείχα εξαχθείείχαμε εξαχθεί
είχες εξαγάγειείχατε εξαγάγειείχες εξαχθείείχατε εξαχθεί
είχε εξαγάγειείχαν εξαγάγειείχε εξαχθείείχαν εξαχθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα εξάγωθα εξάγουμε, θα εξάγομεθα εξάγομαιθα εξαγόμαστε
θα εξάγεξθα εξάγετεθα εξάγεσαιθα εξάγεστε, θα εξαγόσαστε
θα εξάγειθα εξάγουν(ε)θα εξάγεταιθα εξάγονται
Fut
ur
θα εξηγάγωθα εξηγάγουμε, θα εξηγάγομεθα εξαχθώθα εξαχθούμε
θα εξαγάγεξθα εξηγάγετεθα εξαχθείςθα εξαχθείτε
θα εξαγάγειθα εξηγάγουν(ε)θα εξαχθείθα εξαχθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω εξαγάγειθα έχουμε εξαγάγειθα έχω εξαχθείθα έχουμε εξαχθεί
θα έχεξ εξαγάγειθα έχετε εξαγάγειθα έχεξ εξαχθείθα έχετε εξαχθεί
θα έχει εξαγάγειθα έχουν εξαγάγειθα έχει εξαχθείθα έχουν εξαχθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να εξάγωνα εξάγουμε, να εξάγομενα εξάγομαινα εξαγόμαστε
να εξάγεξνα εξάγετενα εξάγεσαινα εξάγεστε, να εξαγόσαστε
να εξάγεινα εξάγουν(ε)να εξάγεταινα εξάγονται
Aoristνα εξηγάγωνα εξηγάγουμε, να εξηγάγομενα εξαχθώνα εξαχθούμε
να εξαγάγεξνα εξηγάγετενα εξαχθείςνα εξαχθείτε
να εξαγάγεινα εξηγάγουν(ε)να εξαχθείνα εξαχθούν(ε)
Perfνα έχω εξαγάγεινα έχουμε εξαγάγεινα έχω εξαχθείνα έχουμε εξαχθεί
να έχεξ εξαγάγεινα έχετε εξαγάγεινα έχεξ εξαχθείνα έχετε εξαχθεί
να έχει εξαγάγεινα έχουν εξαγάγεινα έχει εξαχθείνα έχουν εξαχθεί
Imper
ativ
Presεξάγετεεξάγεστε
Aoristεξαγάγετεεξαχθείτε
Part
izip
Presεξάγοντας(εξαγόμενος)
Perfέχοντας εξαγάγει(εξαγμένος, -η, -ο)(εξαγμένοι, -ες, -α)
InfinAoristεξαγάγειεξαχθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback