ausgleiten
 Verb

γλιστρώ Verb
(0)
ολισθαίνω Verb
(0)
στραβοπατώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Auf einem so feuchten, äh schmalen Grat kann man leicht ausgleiten.Δεν ξέρω, μπορεί να είναι επικίνδυνο, εκεί που είσαι πάνω να γλιστρήσεις ξανά.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Rampen dürfen eine Steigung von höchstens 25° aufweisen, und sie müssen mit höchstens 100 mm voneinander entfernten und mindestens 25 mm hohen Querleisten oder ähnlichen Einrichtungen versehen sein, damit die Tiere nicht ausgleiten.Οι ράμπες πρέπει vα έχoυv μέγιστη κλίση 25 και vα είvαι εξoπλισμέvες με ράβδoυς ή ισoδύvαμα μέσα, ύψoυς τoυλάχιστov 25 mm πoυ απέχoυv μεταξύ τoυς έως 100 mm, για vα απoφεύγεται η oλίσθηση τωv ζώωv.

Übersetzung bestätigt

Deutsche Synonyme
ausrutschen
ausgleiten
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
γλιστράω, γλιστρώγλιστράμε, γλιστρούμε
γλιστράςγλιστράτε
γλιστράει, γλιστράγλιστράν(ε), γλιστρούν(ε)
Imper
fekt
γλιστρούσα, γλίστραγαγλιστρούσαμε, γλιστράγαμε
γλιστρούσες, γλίστραγεςγλιστρούσατε, γλιστράγατε
γλιστρούσε, γλίστραγεγλιστρούσαν(ε), γλίστραγαν, γλιστράγανε
Aoristγλίστρησαγλιστρήσαμε
γλίστρησεςγλιστρήσατε
γλίστρησεγλίστρησαν, γλιστρήσαν(ε)
Perf
ekt
έχω γλιστρήσειέχουμε γλιστρήσει
έχεις γλιστρήσειέχετε γλιστρήσει
έχει γλιστρήσειέχουν γλιστρήσει
Plu
perf
ekt
είχα γλιστρήσειείχαμε γλιστρήσει
είχες γλιστρήσειείχατε γλιστρήσει
είχε γλιστρήσειείχαν γλιστρήσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα γλιστράω, θα γλιστρώθα γλιστράμε, θα γλιστρούμε
θα γλιστράςθα γλιστράτε
θα γλιστράει, θα γλιστράθα γλιστράν(ε), θα γλιστρούν(ε)
Fut
ur
θα γλιστρήσωθα γλιστρήσουμε, θα γλιστρήσομε
θα γλιστρήσειςθα γλιστρήσετε
θα γλιστρήσειθα γλιστρήσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω γλιστρήσειθα έχουμε γλιστρήσει
θα έχεις γλιστρήσειθα έχετε γλιστρήσει
θα έχει γλιστρήσειθα έχουν γλιστρήσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να γλιστράω, να γλιστρώνα γλιστράμε, να γλιστρούμε
να γλιστράςνα γλιστράτε
να γλιστράει, να γλιστράνα γλιστράν(ε), να γλιστρούν(ε)
Aoristνα γλιστρήσωνα γλιστρήσουμε, να γλιστρήσομε
να γλιστρήσειςνα γλιστρήσετε
να γλιστρήσεινα γλιστρήσουν(ε)
Perfνα έχω γλιστρήσεινα έχουμε γλιστρήσει
να έχεις γλιστρήσεινα έχετε γλιστρήσει
να έχει γλιστρήσεινα έχουν γλιστρήσει
Imper
ativ
Presγλίστρα, γλίστραγεγλιστράτε
Aoristγλίστρησε, γλίστραγλιστρήστε
Part
izip
Presγλιστρώντας
Perfέχοντας γλιστρήσει
InfinAoristγλιστρήσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback