anwinkeln
 Verb

λυγίζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ellbogen anwinkeln.Λυγίστε τον αγκώνα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich sagte, Ellbogen anwinkeln, Sir!Λυγίστε τον αγκώνα σας, κύριε!

Übersetzung nicht bestätigt

Kamera 8 anwinkeln.Και λήψη με ευρυγώνιο, κάμερα πεζοδρομίου νούμερο 8.

Übersetzung nicht bestätigt

Linkes Bein 45 Grad anwinkeln.Σκατά.

Übersetzung nicht bestätigt

Schön die Knie anwinkeln und erst strecken, wenn ihr Halt habt.Έχετε λυγισμένα τα γόνατα και θα μπορείτε να τεντώσετε όταν νιώσετε σταθερές.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
anwinkeln
krümmen
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
λυγίζω, lugao">λυγάωλυγίζουμε, λυγίζομε
λυγίζειςλυγίζετε
λυγίζειλυγίζουν(ε)
Imper
fekt
λύγιζαλυγίζαμε
λύγιζεςλυγίζατε
λύγιζελύγιζαν, λυγίζαν(ε)
Aoristλύγισαλυγίσαμε
λύγισεςλυγίσατε
λύγισελύγισαν, λυγίσαν(ε)
Per
fekt
έχω λυγίσει
έχω λυγισμένο
έχουμε λυγίσει
έχουμε λυγισμένο
έχεις λυγίσει
έχεις λυγισμένο
έχετε λυγίσει
έχετε λυγισμένο
έχει λυγίσει
έχει λυγισμένο
έχουν λυγίσει
έχουν λυγισμένο
Plu
per
fekt
είχα λυγίσει
είχα λυγισμένο
είχαμε λυγίσει
είχαμε λυγισμένο
είχες λυγίσει
είχες λυγισμένο
είχατε λυγίσει
είχατε λυγισμένο
είχε λυγίσει
είχε λυγισμένο
είχαν λυγίσει
είχαν λυγισμένο
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα λυγίζωθα λυγίζουμε, θα λυγίζομε
θα λυγίζειςθα λυγίζετε
θα λυγίζειθα λυγίζουν(ε)
Fut
ur
θα λυγίσωθα λυγίσουμε, θα λυγίζομε
θα λυγίσειςθα λυγίσετε
θα λυγίσειθα λυγίσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω λυγίσει
θα έχω λυγισμένο
θα έχουμε λυγίσει
θα έχουμε λυγισμένο
θα έχεις λυγίσει
θα έχεις λυγισμένο
θα έχετε λυγίσει
θα έχετε λυγισμένο
θα έχει λυγίσει
θα έχει λυγισμένο
θα έχουν λυγίσει
θα έχουν λυγισμένο
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να λυγίζωνα λυγίζουμε, να λυγίζομε
να λυγίζειςνα λυγίζετε
να λυγίζεινα λυγίζουν(ε)
Aoristνα λυγίσωνα λυγίσουμε, να λυγίσομε
να λυγίσειςνα λυγίσετε
να λυγίσεινα λυγίσουν(ε)
Perfνα έχω λυγίσει
να έχω λυγισμένο
να έχουμε λυγίσει
να έχουμε λυγισμένο
να έχεις λυγίσει
να έχεις λυγισμένο
να έχετε λυγίσει
να έχετε λυγισμένο
να έχει λυγίσει
να έχει λυγισμένο
να έχουν λυγίσει
να έχουν λυγισμένο
Imper
ativ
Presλύγιζελυγίζετε
Aoristλύγισελυγίστε
Part
izip
Presλυγίζοντας
Perfέχοντας λυγίσει, έχοντας λυγισμένο
InfinAoristλυγίσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback