antreten
 Verb

αναλαμβάνω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Diese Reise werde ich ebenfalls alleine antreten.Εγώ θα κάνω αυτό το ταξίδι. Μόνη...

Übersetzung nicht bestätigt

Seine Exzellenz wird bald sein neues Amt antreten und für Zucht und Ordnung sorgen.Η Εξοχότης του ετοιμάζεται να αναλάβει καθήκοντα, να εισαγάγει μια νέα διακυβέρνηση.

Übersetzung nicht bestätigt

"Meine Enkeltochter wird dieses Vermächtnis antreten, unter der Voraussetzung, dass sie folgender Verfügung entspricht:"Κληροδοτώ τα ανωτέρω στην εγγονή μου..." "...υπό τον όρο να συμμορφωθεί με την επιθυμία μου, δηλαδή:"

Übersetzung nicht bestätigt

Mr. Christian, die Mannschaft soll bei 5 Glasen zur Bestrafung antreten.Κε Κριστιαν, μαζεψτε το πληρωμα στις 5 να παρακολουθησουν ποινη.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Mannschaft, die gewinnt, wird einzeln gegeneinander antreten.Η νικητρια ομαδα θα λαβει μερος σαν ξεχωριστα ατομα.

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
αναλαμβάνωαναλαμβάνουμε, αναλαμβάνομεαναλαμβάνομαιαναλαμβανόμαστε
αναλαμβάνειςαναλαμβάνετεαναλαμβάνεσαιαναλαμβάνεστε, αναλαμβανόσαστε
αναλαμβάνειαναλαμβάνουν(ε)αναλαμβάνεταιαναλαμβάνονται
Imper
fekt
αναλάμβανααναλαμβάναμεαναλαμβανόμουν(α)αναλαμβανόμαστε
αναλάμβανεςαναλαμβάνατεαναλαμβανόσουν(α)αναλαμβανόσαστε
αναλάμβανεαναλάμβαναν, αναλαμβάναν(ε)αναλαμβανόταν(ε)αναλαμβάνονταν
Aoristανέλαβα, ανάλαβααναλάβαμεαναλήφθηκααναληφθήκαμε
ανέλαβες, ανάλαβεςαναλάβατεαναλήφθηκεςαναληφθήανε
ανέλαβε, ανάλαβεανέλαβαν,ανάλαβαν, αναλάβαν(ε)αναλήφθηκε, ανελήφθηαναλήφθηκαν, ανελήφθησαν
Per
fekt
έχω αναλάβειέχουμε αναλάβειέχω αναληφθεί
είμαι ανειλημμένος, -η
έχουμε αναληφθεί
είμαστε ανειλημμένοι, -ες
έχεις αναλάβειέχετε αναλάβειέχεις αναληφθεί
είσαι ανειλημμένος, -η
έχετε αναληφθεί
είστε ανειλημμένοι, -ες
έχει αναλάβειέχουν αναλάβειέχει αναληφθεί
είναι ανειλημμένος, -η, -ο
έχουν αναληφθεί
είναι ανειλημμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα αναλάβειείχαμε αναλάβειείχα αναληφθεί
ήμουν ανειλημμένος, -η
είχαμε αναληφθεί
ήμαστε ανειλημμένοι, -ες
είχες αναλάβειείχατε αναλάβειείχες αναληφθεί
ήσουν ανειλημμένος, -η
είχατε αναληφθεί
ήσαστε ανειλημμένοι, -ες
είχε αναλάβειείχαν αναλάβειείχε αναληφθεί
ήταν ανειλημμένος, -η, -ο
είχαν αναληφθεί
ήταν ανειλημμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα αναλαμβάνωθα αναλαμβάνουμε, θα αναλαμβάνομεθα αναλαμβάνομαιθα αναλαμβανόμαστε
θα αναλαμβάνειςθα αναλαμβάνετεθα αναλαμβάνεσαιθα αναλαμβάνεστε, θα αναλαμβανόσαστε
θα αναλαμβάνειθα αναλαμβάνουν(ε)θα αναλαμβάνεταιθα αναλαμβάνονται
Fut
ur
θα αναλάβωθα αναλάβουμε, θα αναλάβομεθα αναληφθώθα αναληφθούμε
θα αναλάβειςθα αναλάβετεθα αναληφθείςθα αναληφθείτε
θα αναλάβειθα αναλάβουν(ε)θα αναληφθείθα αναληφθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω αναλάβειθα έχουμε αναλάβειθα έχω αναληφθεί
θα είμαι ανειλημμένος, -η
θα έχουμε αναληφθεί
θα είμαστε ανειλημμένοι, -ες
θα έχεις αναλάβειθα έχετε αναλάβειθα έχεις αναληφθεί
θα είσαι ανειλημμένος, -η
θα έχετε αναληφθεί
θα είστε ανειλημμένοι, -ες
θα έχει αναλάβειθα έχουν αναλάβειθα έχει αναληφθεί
θα είναι ανειλημμένος, -η, -ο
θα έχουν αναληφθεί
θα είναι ανειλημμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να αναλαμβάνωνα αναλαμβάνουμε, να αναλαμβάνομενα αναλαμβάνομαινα αναλαμβανόμαστε
να αναλαμβάνειςνα αναλαμβάνετενα αναλαμβάνεσαινα αναλαμβάνεστε, να αναλαμβανόσαστε
να αναλαμβάνεινα αναλαμβάνουν(ε)να αναλαμβάνεταινα αναλαμβάνονται
Aoristνα αναλάβωνα αναλάβουμε, να αναλάβομενα αναληφθώνα αναληφθούμε
να αναλάβειςνα αναλάβετενα αναληφθείςνα αναληφθείτε
να αναλάβεινα αναλάβουν(ε)να αναληφθείνα αναληφθούν(ε)
Perfνα έχω αναλάβεινα έχουμε αναλάβεινα έχω αναληφθεί
να είμαι ανειλημμένος, -η
να έχουμε αναληφθεί
να είμαστε ανειλημμένοι, -ες
να έχεις αναλάβεινα έχετε αναλάβεινα έχεις αναληφθεί
να είσαι ανειλημμένος, -η
να έχετε αναληφθεί
να είστε ανειλημμένοι, -ες
να έχει αναλάβεινα έχουν αναλάβεινα έχει αναληφθεί
να είναι ανειλημμένος, -η, -ο
να έχουν αναληφθεί
να είναι ανειλημμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presαναλάμβανεαναλαμβάνετεαναλαμβάνεστε
Aoristανάλαβεαναλάβετεαναληφθείτε
Part
izip
Presαναλαμβάνονταςαναλαμβανόμενος
Perfέχοντας αναλάβειανειλημμένος, -η, -οανειλημμένοι, -ες, -α
InfinAoristαναλάβειαναληφθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback