{η} αδεξιότητα Subst. (5) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Fieber mit Muskelstarre, Verwirrtheit oder Unruhe und Schwitzen, oder ruckartige Bewegungen Ihrer Muskeln, die Sie nicht beeinflussen können, was Symptome eines ernsten, als neuroleptisches malignes Syndrom bekannten Zustands sein können; Euphorische Stimmung, Benommenheit, anhaltende schnelle Augenbewegungen, Unbeholfenheit, Ruhelosigkeit, Gefühl der Betrunkenheit, Schwitzen oder starre Muskeln, was Symptome eines Serotonin-Syndroms sind; Orientierungslosigkeit und Verwirrung, oft von Trugbildern begleitet (Delirium); Steifigkeit, Verkrampfungen und unwillkürliche Bewegungen der Muskeln; Gedanken daran, sich das Leben zu nehmen oder sich selbst zu verletzen | 55 • ∆ιαταραχές του νευρικού συστήµατος Πολύ συχνές: ξηροστοµία, κεφαλαλγία (πονοκέφαλος) Συχνές: µη φυσιολογικά όνειρα, µειωµένη λίµπιντο, ζάλη, αυξηµένος µυϊκός τόνος, αϋπνία, νευρικότητα, µυρµήγκιασµα, καταστολή, τρόµος, σύγχυση, αίσθηµα διαχωρισµού (ή αποπροσωποποίηση) από τον εαυτό σας και την πραγµατικότητα Μη Συχνές: απώλεια συναίσθησης ή συναισθήµατος, ψευδαισθήσεις, ακούσια κίνηση των µυών, διέγερση, µείωση του συντονισµού και της ισορροποίας Σπάνιες: αίσθηση ανησυχίας ή ανικανότητα να καθίσετε ή να σταθείτε ακίνητοι, σπασµοί ή κρίσεις, αίσθηµα υπερδιέγερσης ή ευφορίας Μη γνωστές: αυξηµένη θερµοκρασία µε δύσκαµπτους µύες, σύγχυση ή διέγερση, και εφίδρωση, ή αν υποφέρετε από νευρικές κινήσεις των µυών τις οποίες δεν µπορείτε να ελέγξετε, αυτά µπορεί να είναι συµπτώµατα σοβαρών καταστάσεων γνωστά ως κακόηθες νευροληπτικό σύνδροµο, αισθήµατα ευφορίας, νύστα, παρατεταµένη γρήγορη κίνηση µατιών, αδεξιότητα, ανησυχία, αίσθηση µεθυσµένου, ιδρωµένοι ή δύσκαµπτοι µύες, τα οποία είναι συµπτώµατα σεροτονεργικού συνδρόµου, αποπροσανατολισµός και σύγχυση συνοδευόµενα από ψευδαισθήσεις (παραλήρηµα), δυσκαµψία, σπασµοί και ακούσιες κινήσεις των µυών, σκέψεις να βλάψετε τον εαυτό σας ή σκέψεις αυτοκτονίας Übersetzung bestätigt |
Es ist eine soziale Unbeholfenheit. | Είναι μια κοινωνική αδεξιότητα. Übersetzung nicht bestätigt |
Es ist eine soziale Unbeholfenheit, wie wenn man als Fremder im Ausland ist. | Είναι μια κοινωνική αδεξιότητα όπως όταν είσαι ξένος σε ξένο τόπο. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
Unbeholfenheit |
Tollpatschigkeit |
Tölpelei |
Ungeschicklichkeit |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Unbeholfenheit | die Unbeholfenheiten |
Genitiv | der Unbeholfenheit | der Unbeholfenheiten |
Dativ | der Unbeholfenheit | den Unbeholfenheiten |
Akkusativ | die Unbeholfenheit | die Unbeholfenheiten |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.