{το}  ρομπότ Subst.  [robot, rompot]

{der}    Subst.
(2052)

Etymologie zu ρομπότ

ρομπότ τσεχική robot robota (αγγαρεία)


GriechischDeutsch
Διαθέτουν συστήματα ελέγχου του "ρομπότ" με τη χρήση πληροφοριών από αισθητήρες οι οποίοι μετρούν τη δύναμη ή τη ροπή που ασκείται σε εξωτερικό αντικείμενο, την απόσταση εξωτερικού αντικειμένου, ή αντιλαμβάνονται την επαφή μεταξύ του "ρομπότ" και εξωτερικού αντικειμένου, ήEinsatz von Systemen, die den „Roboter“ mit Informationen von Sensoren steuern, welche die auf ein externes Objekt ausgeübte Kraft oder das auf ein solches Objekt ausgeübte Drehmoment, die Entfernung von einem externen Objekt oder den Tastsinn zwischen dem „Roboter“ und einem externen Objekt messen, oder

Übersetzung bestätigt

Μονάδες χειρισμού ειδικά σχεδιασμένες για κάποιο από τα "ρομπότ" ή "επενεργητές πέρατος" του σημείου 2B207.α.besonders konstruierte Steuerungen für einen der „Roboter“ oder „Endeffektoren“, erfasst von Unternummer 2B207a.

Übersetzung bestätigt

Σημείωση:Στο σημείο 2B007.β. δεν υπάγονται τα "ρομπότ" που είναι ειδικά σχεδιασμένα για θαλάμους βαφής με ψεκασμό.Anmerkung:Unternummer 2B007b erfasst nicht „Roboter“, besonders konstruiert für Farbspritzkabinen.

Übersetzung bestätigt

Ο αριθμός αυτός ωρών είναι αναγκαίος για να επιτρέψει στους εργαζόμενους να χρησιμοποιούν σωστά και με περισσότερη ασφάλεια τα ρομπότ, με το ίδιο επίπεδο αποτελεσματικότητας όπως επί του παρόντος.Diese Stundenanzahl ist notwendig, damit die Arbeitnehmer in der Lage sind, die Roboter korrekt und sicher und mit derselben Effizienz wie bisher einzusetzen.

Übersetzung bestätigt

«Ρομπότ», χειριστήρια «ρομπότ» και «συσκευές τελικής φάσης»«ρομπότ», με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:Roboter“, „Roboter“-Steuerungen und mit einer der folgenden Eigenschaften:

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
ρομποτική
Deutsche Synonyme
Automat
Roboter
Blechkamerad

Grammatik

Noch keine Grammatik zu ρομπότ.



Singular

Plural

Nominativder Roboter

die Roboter

Genitivdes Roboters

der Roboter

Dativdem Roboter

den Robotern

Akkusativden Roboter

die Roboter




Griechische Definition zu ρομπότ

ρομπότ το [robót] Ο (άκλ.) : α.ανθρωπόμορφη μηχανική κατασκευή που εκτελεί κινήσεις ανάλογες με του ανθρώπου και μπορεί να τον αντικαταστήσει σε ορισμένες εργασίες. β. (μτφ.) άνθρωπος που εργάζεται ή ενεργεί σύμφωνα με κάποιες δεδομένες εντολές, χωρίς καμιά δική του επιλογή ή πρωτοβουλία. ρομποτάκι το YΠΟKΟΡ.

[λόγ. < γαλλ. robot (ορθογρ. δαν.) < τσέχικο robota `δουλειά, αγγαρεία΄, όνομα μηχανικού εργάτη σε μυθιστόρημα του Karel Tchapek]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback