πρίσμα Koine-Griechisch πρῖσμα altgriechisch πρίω (=πριονίζω)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Γυάλινοι φακοί, πρίσματα και συγκολλημένα μεταξύ τους στοιχεία που δεν έχουν συναρμολογηθεί, για χρήση στην παραγωγή προϊόντων των κωδικών ΣΟ 9005, 9013 και 9015 [1] | Linsen, Prismen und Kittglieder, aus Glas, nicht gefasst, zum Herstellen von Waren der Position 9005, 9013 und 9015 [1] Übersetzung bestätigt |
Φύλλα και πλάκες πολωτικού υλικού· φακοί, πρίσματα, καθρέπτες και άλλα στοιχεία οπτικής (εκτός από στοιχεία από γυαλί, που δεν είναι κατεργασμένα οπτικά), συναρμολογημένα ή μη, εκτός των συσκευών λήψης εικόνων, προβολέων ή φωτογραφικών συσκευών μεγέθυνσης ή σμίκρυνσης | Polarisierende Stoffe in Form von Folien oder Platten; Prismen, Linsen, Spiegel und andere optische Elemente (ohne solche aus nicht optisch bearbeitetem Glas), außer für Kameras, Bildwerfer und fotografische Vergrößerungsoder Verkleinerungsapparate Übersetzung bestätigt |
Λευκή κρυσταλλική σκόνη ή διαφανή πρίσματα με ψυχρή, αλμυρή και δριμεία γεύση | Weißes kristallines Pulver bzw. transparente Prismen mit kühlem, salzigem, scharfem Geschmack Übersetzung bestätigt |
Μεμβράνη πολυ(τερεφθαλικού αιθυλενίου) πάχους μικρότερου από 300 µm σύμφωνα με το πρότυπο ASTM D2103, η οποία φέρει στη μια πλευρά της πρίσματα από ακρυλική ρητίνη, με γωνία πρίσματος 90° και βήμα πρίσματος 50 µm | Folie aus Poly(ethylenterephthalat) mit einer Dicke von weniger als 300 μm nach ASTM D2103, auf einer Seite mit Prismen aus Acrylharz mit einem Prismenwinkel von 90° und einer Prismenabstand von 50 μm Übersetzung bestätigt |
Σύνολα που περιλαμβάνουν πρίσματα, στοιχεία με ψηφιακούς μικροκαθρέπτες (Digital Micromirror Device/DMD) και ηλεκτρονικά κυκλώματα ελέγχου, που προορίζονται για την κατασκευή συσκευών τηλεπροβολής ή βιντεοπροβολής [1] | Baugruppe mit Prismen, digitalen Mikrospiegel (Digital Micromirror Device/DMD)-Chips und Steuerelektronik, zum Herstellen von Projektionsfernsehgeräten oder Videoprojektoren [1] Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Prisma |
πρίσμα το [prízma] : 1. (γεωμ.) στερεό πολύεδρο σώμα που οι δύο έδρες (βάσεις) του είναι ίσα και παράλληλα πολύγωνα, οι δε υπόλοιπες είναι παραλληλόγραμμα: Εξαεδρικό / τριγωνικό / τετραγωνικό πρίσμα. Bάσεις / πλευρές / ακμές / εμβαδόν / όγκος πρίσματος. Kανονικό πρίσμα, το ορθό πρίσμα, οι βάσεις του οποίου είναι κανονικά πολύγωνα. Kολοβό πρίσμα, το καθένα από τα δύο στερεά που προκύπτουν, όταν τμηθεί ένα πρίσμα από επίπεδο μη παράλληλο προς τις βάσεις του. Ορθό πρίσμα, το πρίσμα που οι πλευρικές ακμές του είναι κάθετες στα επίπεδα των βάσεων. Πλάγιο πρίσμα, το πρίσμα που οι πλευρικές ακμές του δεν είναι κάθετες στις βάσεις. || (οπτ.) τριγωνικό πρίσμα από γυαλί ή άλλο διαφανές υλικό, που εκτρέπει και αναλύει τις φωτεινές ακτίνες. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.