{ο}  παροξυσμός Subst.  [paroksismos, paroksysmos]

{der}    Subst.
(0)

Etymologie zu παροξυσμός

παροξυσμός altgriechisch παροξυσμός


GriechischDeutsch
Μη πυρετικοί σπασμοί ή παροξυσμοί, Παράλυση Bell, Αγγειοεγκεφαλικό επεισόδιο, Ζάλη, Ονειρικές διαταραχές, Εγκεφαλίτιδα*, Εγκεφαλοπάθεια*, Σύνδρομο Guillain-Barré, Μεθιλαρική εγκεφαλίτιδα με ενδοπυρηνική έγκλειση (βλέπε παράγραφο 4.3), Οφθαλμική παράλυση, Παραισθησία, Πολυνευρίτιδα, Πολυνευροπάθεια, Υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα*, Συγκοπή, Εγκάρσια μυελίτιδα, ΤρόμοςAfebrile Krämpfe oder Anfälle, Fazialisparese, Apoplexie, Benommenheit, abnormes Traumverhalten, Enzephalitis*, Enzephalopathie*, Guillain-Barré-Syndrom, Masern-

Übersetzung bestätigt

παροξυσμός, πόνος αρθρώσεως ή οστού, φλεγμονή των αιμοφόρων αγγείων,Anfälle, Gelenkoder Knochenschmerzen, Entzündungen der Blutgefäße,

Übersetzung bestätigt

Όχι γνωστές: μη πυρετικοί σπασμοί ή παροξυσμοί, παράλυση Bell, εγκεφαλοαγγειακό περιστατικό, ζάλη, ονειρικές διαταραχές, εγκεφαλίτιδα (βλέπε παρακάτω), εγκεφαλοπάθεια (βλέπε παρακάτω), σύνδρομο GuillainBarré, μεθιλαρική εγκεφαλίτιδα με ενδοπυρηνική έγκλειση (βλέπε παράγραφο 4. 3), οφθαλμική παράλυση, παραισθησία, πολυνευρίτιδα, πολυνευροπάθεια, υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα (βλέπε παρακάτω), συγκοπή, εγκάρσια μυελίτιδα, τρόμος.Ataxie, Krampfanfälle, Kopfschmerzen, schrilles Schreien, Hyperkinesie, Hypersomnie, Lethargie, Tremor Nicht bekannt: afebrile Krämpfe oder Anfälle, Fazialisparese, Apoplexie, Benommenheit, abnormes Traumverhalten, Enzephalitis (siehe unten), Enzephalopathie (siehe unten), Guillain-Barré-Syndrom, (MIBE) (siehe Abschnitt 4.3), Augenmuskellähmungen, Parästhesien, Polyneuritis, Polyneuropathie, subakute sklerosierende Panenzephalitis (SSPE) (siehe unten), Synkopen, transverse Myelitis, Tremor

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Deutsche Synonyme
Insult
Anfall



Griechische Definition zu παροξυσμός

παροξυσμός ο [paroksizmós] : απότομη και ιδιαίτερα έντονη εμφάνιση των συμπτωμάτων ενός παθολογικού ή συχνά νοσηρού φαινομένου: παροξυσμός πυρετού / βήχα. Tο πλήθος βρισκόταν σε παροξυσμό. Έπαθε παροξυσμό, νευρική κρίση. || Bρισκόταν σε παροξυσμό ενθουσιασμού.

[λόγ. < αρχ. παροξυσμός]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback