Griechisch | Deutsch |
---|---|
Γενικά, τέτοιου είδους λίθοι δεν επιδέχονται εύκολα στίλβωση και δεν εξορύσσονται πάντα σε κυβόλιθους: ψαμμίτης, χαλαζίτης, σχιστόλιθος, τόφος, σχίστης. | Im Allgemeinen lassen sich derartige Steine nicht problemlos auf Hochglanz polieren, und sie werden nicht immer in Blöcken abgebaut: Sandstein, Quarzit, Schiefer, Tuff. Übersetzung bestätigt |
Το Δικαστήριο στην απόφασή του Stardust Marine [32], καθόρισε ότι οι πόροι που κάποια στιγμή περιέρχονται στον κρατικό έλεγχο αποτελούν πάντα κρατικούς πόρους. | Der EuGH stellte in seinem Urteil in der Rechtssache Stardust Marine [32] fest, dass Mittel, die vorübergehend unter staatlicher Kontrolle stehen, immer staatliche Mittel sind. Übersetzung bestätigt |
Όπως πάντα, οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν την ευκαιρία να μοιράζονται τα στοιχεία τους, να υποβάλουν προτάσεις και να αναφέρουν τυχόν ανησυχίες. | Wie immer werden die Interessengruppen Gelegenheit haben, ihre Daten mitzuteilen, Vorschläge zu unterbreiten und ihre Bedenken zu äußern. Übersetzung bestätigt |
Υπάρχουν πάντα δύο πλήρεις «τελικές» περίοδοι ασχέτως της διάρκειας αυτών των περιόδων. | Unabhängig von der Dauer dieser Zeiträume gibt es immer zwei komplette Schlussphasen. Übersetzung bestätigt |
Το διάστημα 15 λεπτών μεταξύ των εργασιών πρέπει να τηρείται πάντα, ακόμη και για την εργασία που εξαλείφεται. | Das 15-minütige Intervall zwischen den Aufträgen ist immer einzuhalten, auch für den verworfenen Auftrag. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Παντάνασσα |
πάντας |
πανταχού |
παντάπασι |
παντατίφ |
Noch keine Grammatik zu πάντα.
πάντα [pánda] επίρρ. χρον. : 1.με αναφορά σε κάθε χρονική στιγμή· πάντοτε: Θα σε περιμένω πάντα, συνεχώς. Είναι πάντα κάποιος στο σπίτι. Θα σας είμαι πάντα ευγνώμων. Tο έχω πάντα μαζί μου. πάντα παραπονιέται ότι τον αδικούν. Είναι πάντα έτοιμος να βοηθήσει, οποιαδήποτε στιγμή. Στάθηκε πάντα κοντά τους. Kομψή όπως πάντα, όπως κάθε φορά. Δε μου συμβαίνει πάντα. πάντα δροσερή παρά την ηλικία της, κάθε στιγμή, και τώρα ακόμη. (έκφρ.) για πάντα, για όλο τον υπόλοιπο χρόνο, για όλη την υπόλοιπη ζωή: Mαζί για πάντα. Δικός σου για πάντα. Έφυγε για πάντα από την Ελλάδα. από πάντα, ανέκαθεν, από πολύ παλιά: Όχι μόνο τώρα αλλά από πάντα. μια για πάντα, μία και τελευταία φορά, οριστικά και αμετάκλητα: Mας το ξέκοψε μια για πάντα. Mας διαβεβαίωσε μια για πάντα. Nα το συνειδητοποιήσουμε μια για πάντα. παντού και πάντα, για κτ. θετικό ή αρνητικό που είναι φυσικό και ίσως αναπόφευκτο να υπάρχει: Διαφωνίες θα υπάρχουν παντού και πάντα. Προβλήματα υπάρχουν παντού και πάντα. Xρήσιμο παντού και πάντα, όπου κι αν βρίσκεται κανείς και σε οποια δήποτε στιγμή. πάντα άξιος*. ΠAΡ Tι είχες Γιάννη*, τι είχα πάντα. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.