{το}  λαθρεμπόριο Subst.  [lathreborio, lathremporio]

{der}    Subst.
(244)
{der}    Subst.
(8)
{der}    Subst.
(0)

Etymologie zu λαθρεμπόριο

λαθρεμπόριο λαθρ- + εμπόριο


GriechischDeutsch
Χρηματοοικονομικοί σχεδιασμοί με τον Commandant Jerome και το FAPC και λαθρεμπόριο όπλων διαμέσου των συνόρων ΛΔΚ/Ουγκάντας, το οποίο επιτρέπει τη διάθεση εφοδίων και μετρητών στον Commandant Jerome και τα στρατεύματά του.Finanzvereinbarungen mit ‚Kommandant Jérôme‘ und der FAPC; Schmuggel über die Grenze DRK/ Uganda, um ‚Kommandant Jérôme‘ und seine Truppen zu beliefern und mit Bargeld zu versorgen.

Übersetzung bestätigt

Εμπορικός συνεταιρισμός με τον Commandant Jerome, ιδίως για λαθρεμπόριο διαμέσου των συνόρων ΛΔΚ/ Ουγκάντας, επίσης δε υποψίες για λαθρεμπόριο όπλων και στρατιωτικού υλικού με φορτηγά στα οποία δεν έγιναν έλεγχοι.Handelspartnerschaft mit ‚Kommandant Jérôme‘, insbesondere Schmuggel über die Grenze DRK/Uganda, vermutlich einschließlich des Schmuggels von Waffen und Militärgütern in nicht kontrollierten LKW.

Übersetzung bestätigt

Χρηματοοικονομικοί σχεδιασμοί με τον «Commandant Jerome» και το FAPC και λαθρεμπόριο όπλων διαμέσου των συνόρων ΛΔΚ/Ουγκάντας, το οποίο επιτρέπει τη διάθεση εφοδίων και μετρητών στον Commandant Jerome και τα στρατεύματά του.Finanzvereinbarungen mit „Kommandant Jérôme“ und der FAPC; Schmuggel über die Grenze DRK/Uganda, um „Kommandant Jérôme“ und seine Truppen zu beliefern und mit Bargeld zu versorgen.

Übersetzung bestätigt

Εμπορικός συνεταιρισμός με τον «Commandant Jerome»», ιδίως για λαθρεμπόριο διαμέσου των συνόρων ΛΔΚ/Ουγκάντας, επίσης δε υποψίες για λαθρεμπόριο όπλων και στρατιωτικού υλικού με φορτηγά στα οποία δεν έγιναν έλεγχοι.Handelspartnerschaft mit „Kommandant Jérôme“, insbesondere Schmuggel über die Grenze DRK/Uganda, vermutlich einschließlich des Schmuggels von Waffen und Militärgütern in nicht kontrollierten LKW.

Übersetzung bestätigt

Ο Kisoni συμμετείχε στη χρηματοδότηση πολιτοφυλακών μέσω του εμπορίου χρυσού [αγόραζε από το FNI και πωλούσε στον οίκο Uganda Commercial Impex (UCI Ltd) και διεξήγαγε λαθρεμπόριο μεταξύ των συνόρων ΛΔΚ/Ουγκάντας.War beteiligt an der Finanzierung von Milizen durch Handel mit Gold (Ankauf von der FNI und Verkauf an Uganda Commercial Impex (UCI Ltd)) und Schmuggel über die Grenze DRK/Uganda.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu λαθρεμπόριο

λαθρεμπόριο το [laθrembório] : παράνομη δραστηριότητα που αφορά εμπορεύματα και αγαθά για την εισαγωγή, εξαγωγή ή διάθεση των οποίων είτε δεν έχουν καταβληθεί οι νόμιμοι φόροι, δασμοί, τέλη κτλ. είτε υπάρχει απαγόρευση: λαθρεμπόριο τσιγάρων / ναρκωτικών / ρολογιών. Yπηρεσία διώξεως λαθρεμπορίου.

[λόγ. λαθρ(ο)- + -εμπόριον]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback