{το}  εισιτήριο Subst.  [isitirio, eisithrio]

{das}    Subst.
(862)
{die}    Subst.
(237)
{die}    Subst.
(93)
{der}    Subst.
(70)
(5)

Etymologie zu εισιτήριο

εισιτήριο altgriechisch εἰσιτήριον, Maskulinum von εἰσιτήριος εἴσειμι εἰς + εἶμι ((Lehnbedeutung) deutsch Εintrittsgeld)


GriechischDeutsch
Βάσει αυτής της επαλήθευσης, ο εμπειρογνώμονας της Επιτροπής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, στο […] % των περιπτώσεων, τα εισιτήρια που εξέδωσε η SNCM είχαν τηρήσει τον όρο iv.Anhand dieser Überprüfung gelangt der Sachverständige der Kommission zu dem Schluss, dass die SNCM die Auflage unter Ziffer iv bei den Ticket in […] % der Fälle erfüllt hat.

Übersetzung bestätigt

Αποτελούμενη από 17 υποκαταστήματα σε όλη τη Γαλλία, η εταιρεία αυτή διαχειρίζεται τις πωλήσεις εισιτηρίων θαλάσσιων μεταφορών, εκ των οποίων το 49,9 % είναι εισιτήρια της SNCM.Sie umfasst 17 Reisebüros in ganz Frankreich und verkauft Schiffstickets, darunter 49,9 % der Tickets der SNCM.

Übersetzung bestätigt

ονομαστικά εισιτήρια ή/και κατάλογοι επιβατών αεροπορικών, σιδηροδρομικών, χερσαίων (πούλμαν) ή θαλάσσιων μεταφορών, από τα οποία προκύπτει η παρουσία και η διαδρομή του συγκεκριμένου προσώπου στην επικράτεια του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,mit Namen versehene Tickets und/oder Passagierlisten für Flug-, Bahn-, Busoder Schiffsreisen, aus denen die Anwesenheit und die Reiseroute der betreffenden Person im Hoheitsgebiet des ersuchten Staates hervorgeht,

Übersetzung bestätigt

σε περίπτωση διέλευσης: θεώρηση ή άλλη άδεια εισόδου για την τρίτη χώρα προορισμού· εισιτήρια για τη συνέχεια του ταξιδιού·im Fall der Durchreise: Visum oder sonstige Einreisegenehmigung für das Drittland, welches das Bestimmungsland ist; Tickets für die Weiterreise;

Übersetzung bestätigt

Πρόκειται για τιμή που αφορά ένα ειδικό εισιτήριο της DSB, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο από τους επιβάτες που αγοράζουν εισιτήριο DSB Orange με αφετηρία το Jutland και κατεύθυνση προς Bornholm.Dabei handle es sich um den Preis für ein besonderes DSB-Ticket, das nur Kunden nutzen könnten, die ein DSB-Orange-Ticket von Jütland nach Bornholm kaufen.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu εισιτήριο

εισιτήριο το [isitírio] : 1α. έντυπο δελτίο το οποίο βεβαιώνει ότι ο κάτοχός του πλήρωσε ορισμένο χρηματικό ποσό και γι΄ αυτό έχει το δικαίωμα να περάσει στο χώρο δημόσιου θεάματος ή ακροάματος ή να επιβιβαστεί σε συγκοινωνιακό μέσο: εισιτήριο θεάτρου / κινηματογράφου / συναυλίας. εισιτήριο λεωφορείου / τρένου / πλοίου. Aεροπορικό / ατμοπλοϊκό εισιτήριο. εισιτήριο με επιστροφή, αλέ ρετούρ. εισιτήριο πρώτης / δεύτερης θέσης. Bγάζω εισιτήριο, για να παρακολουθήσω ένα θέαμα ή για να ταξιδέψω. Tιμή εισιτηρίου. Εισιτήρια εκδίδονται στο σιδηροδρομικό σταθμό. Έκδοση εισιτηρίων. Mαθητικό / φοιτητικό / μειωμένο / εργατικό εισιτήριο. εισιτήριο διαρκείας, που εκδίδεται και ισχύει για απεριόριστο αριθμό χρήσεων μέσα σε ορισμένο χρονικό διάστημα. β. εισιτήριο νοσοκομείου, έγγραφο που συνιστά και επιτρέπει την εισαγωγή και νοσηλεία ασθενούς σε νοσοκομείο. ANT εξιτήριο. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback