{ο}  δέκτης Subst.  [dektis, thektis, dekths]

{der}    Subst.
(138)

Etymologie zu δέκτης

δέκτης altgriechisch δέκτης δέχομαι


GriechischDeutsch
Εξοπλισμός υψηλής συχνότητας για λήψη πληροφοριών ναυτικής ασφαλείας (MSI) (δέκτης HF NBDP)KW-MSI-Empfänger (KW-NBDP-Empfänger) Reg.

Übersetzung bestätigt

εξοπλισμό ηλεκτρονικών αντιμέτρων και αντι-αντιμέτρων (δηλαδή εξοπλισμό σχεδιασμένο για την εισαγωγή εξωτερικών ή εσφαλμένων σημάτων στους δέκτες επικοινωνίας ραντάρ ή ασύρματης επικοινωνίας ή τη με άλλο τρόπο παρεμπόδιση της λήψης, λειτουργίας ή αποτελεσματικότητας των εχθρικών ηλεκτρονικών δεκτών, συμπεριλαμβανομένου του αντίστοιχού τους εξοπλισμού αντιμέτρων), συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού δημιουργίας και αντιμετώπισης παρεμβολών,Ausrüstung für elektronische Gegenmaßnahmen (ECM) und elektronische Schutzmaßnahmen (ECCM), einschließlich elektronischer Ausrüstung zum Stören und Gegenstören, d. h. Geräte, konstruiert, um in Radaroder Funkgeräten Störsignale oder verfälschende Signale zu erzeugen oder auf andere Weise den Empfang, den Betrieb oder die Wirksamkeit gegnerischer elektronischer Empfänger einschließlich der Geräte für Gegenmaßnahmen zu stören,

Übersetzung bestätigt

πομποδέκτης VHF (1 πομπός/2 δέκτεςUKW-Sender-Empfänger (1 Sender/2 Empfänger);

Übersetzung bestätigt

δέκτης GNSS·GNSS-Empfänger;

Übersetzung bestätigt

Στην περίπτωση φωτεινής πηγής πυρακτώσεως, ο δέκτης έχει κορυφή φασματικής απόκρισης ανάλογη με την καμπύλη φωτοφάνειας του ανθρώπινου οφθαλμού (μέγιστη απόκριση) σε μήκος κύματος μεταξύ 550 και 570 nm, φθάνοντας σε λιγότερο από 4 % της ανωτέρω μέγιστης απόκρισης σε μήκη κύματος κάτω των 430 nm και άνω των 680 nm.Ist die Lichtquelle eine Glühlampe, so muss der Empfänger eine spektrale Höchstempfindlichkeit aufweisen, die der Hellempfindlichkeitskurve des menschlichen Auges angepasst ist (Höchstempfindlichkeit im Bereich von 550-570 nm, weniger als 4 % dieser Höchstempfindlichkeit unter 430 nm und über 680 nm).

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu δέκτης

δέκτης ο [δéktis] : 1. ANT πομπός. α. (τεχνολ.) συσκευή ή εγκατάσταση που δέχεται ηλεκτρομαγνητικά κύματα και τα μετατρέπει σε οπτικά ή ακουστικά σήματα: δέκτης μεγάλης / μικρής ισχύος. Iσχυρός / ασθενής δέκτης. || Ραδιοφωνικός / τηλεοπτικός δέκτης. || (επέκτ.) αυτός που δέχεται ένα ερέθισμα, σήμα, μήνυμα κτλ.: Tα κόμματα πρέπει να είναι ευαίσθητοι δέκτες των κοινωνικών μηνυμάτων. β. (πληροφ.) το τμήμα μιας επικοινωνιακής αλυσίδας το οποίο εκπέμπει πληροφορίες. γ. (γλωσσ.) αυτός που δέχεται και αποκωδικοποιεί ένα μήνυμα που δομείται σύμφωνα με τους κανόνες ενός ειδικού κώδικα. δ. (ανατ.) καθένας από τους ειδικούς αισθητηριακούς σχηματισμούς που παραλαμβάνουν και τροποποιούν ερεθίσματα και μεταδίδουν στο νευρικό σύστημα την πληροφορία για το δρων αίτιο· υποδοχέας2. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback