αδελφός altgriechisch ἀδελφός ἀ- (αθροιστικό) + *δέλφος / δελφύς (μήτρα)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
οι σύντροφοι δεν έχουν μεταξύ τους κανένα από τους ακόλουθους δεσμούς: γονείς, τέκνα, πάπποι ή μάμμες, εγγονοί ή εγγονές, αδελφοί και αδελφές, θείοι, θείες, ανεψιοί, ανεψιές, γαμβροί και νύφες. | zwischen den Partnern keines der folgenden Verwandtschaftsverhältnisse besteht: Elternteil, Kind, Großelternteil, Enkel, Bruder, Schwester, Tante, Onkel, Neffe, Nichte, Schwiegersohn, Schwiegertochter. Übersetzung bestätigt |
Αν ο αιτών είναι αδελφός ή αδελφή του αποθανόντος εργαζομένου, αναφέρατε αν στους επιζώντες του εν λόγω εργαζομένου περιλαμβάνονται οι ακόλουθοι: | Ist der Antragsteller Bruder oder Schwester des verstorbenen Erwerbstätigen, so ist anzugeben, ob Letzterer als Hinterbliebene(n) hat: Übersetzung bestätigt |
Στη Λεττονία στους δικαιούχους περιλαμβάνονται τα παιδιά, τα συντηρούμενα θετά παιδιά, οι αδελφοί, οι αδελφές ή τα εγγόνια. | In Lettland umfasst der Kreis der anspruchsberechtigten Personen Kinder, unterhaltsberechtigte Stiefkinder, Brüder, Schwestern oder Enkel. Übersetzung bestätigt |
Στη Σλοβενία, οι αιτούντες σύνταξη επιζώντων/χηρείας είναι γονείς και υιοθετούντες γονείς του ασφαλισμένου (εάν συντηρούνταν από τον αποθανόντα), αδελφοί και αδελφές (εάν συντηρούνταν από τον αποθανόντα έως το θάνατό του και δεν διαθέτουν δικά τους μέσα διαβίωσης) και ο/η διαζευγμένος(-η) σύζυγος (εάν λάμβανε διατροφή έως το θάνατο του ασφαλισμένου). Στην Εσθονία, το εύρος των δικαιούχων σύνταξης επιζώντων είναι μεγαλύτερο: γονέας, αδελφός, αδελφή, διαζευγμένος(-η) σύζυγος, γονιός ή κηδεμόνας του παιδιού του ασφαλισμένου, θετά ή ανάδοχα παιδιά ή θετός ή ανάδοχος γονέας. | In Slowenien kann eine beantragt werden von Eltern oder Adoptiveltern der versicherten Person (wenn sie Unterhaltsberechtigte der verstorbenen Person waren), von Brüdern und Schwestern (wenn sie bis zu deren Tod Unterhaltsberechtigte der verstorbenen Person waren und keine eigenen Mittel für ihren Lebensunterhalt haben) und von geschiedenen Ehegatten (wenn sie bis zum Tod der versicherten Person Unterhalt erhalten haben). In Estland ist der Kreis der Anspruchsberechtigten einer Hinterbliebenenrente weiter: Elternteil, Bruder, Schwester, geschiedener Ehegatte, Elternteil oder Vormund eines Kindes des Ernährers, Stiefkinder oder Pflegekinder, Stiefelternteil oder Pflegeelternteil. Übersetzung bestätigt |
οι σύντροφοι δεν έχουν μεταξύ τους κανένα από τους εξής δεσμούς: γονείς, τέκνα, πάπποι ή μάμμες, εγγονοί ή εγγονές, αδελφοί και αδελφές, θείοι, θείες, ανεψιοί, ανεψιές, γαμβροί και νύφες, | zwischen den Partnern keines der folgenden Verwandtschaftsverhältnisse besteht: Elternteil, Kind, Großelternteil, Enkel, Bruder, Schwester, Tante, Onkel, Neffe, Nichte, Schwiegersohn, Schwiegertochter, Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
αδελφός -ή -ό |
αδελφοσύνη |
Deutsche Synonyme |
---|
Mönch |
Ordensbruder |
Bruder |
Klosterbruder |
αδελφός ο [aδelfós] : 1.ΣYN αδερφός1. α. αυτός που γεννήθηκε από τους ίδιους γονείς ή μόνο από τον ίδιο πατέρα ή την ίδια μητέρα: Δίδυμος / αμφιθαλής / ετεροθαλής αδελφός. Σιαμαίοι αδελφοί. Ομογάλακτος* αδελφός. Έχω έναν αδελφό και μία αδελφή. || (σε εμπορική επωνυμία) Aδελφοί Σπυρόπουλοι (συντομογρ. Aφοί). β. (συναισθ.) για πρόσωπο με το οποίο μας συνδέει κοινή φυλετική καταγωγή ή πνευματικός δεσμός: Οι Kύπριοι αδελφοί μας. Συγχώρησέ με, αδελφέ μου! [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.