έως altgriechisch ἕως (πρόθεση)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Noch keine Grammatik zu έως.
έως [éos] πρόθ. : I.δηλώνει χρόνο ή τόπο· ως: έως το 1974 έλειπε στο εξωτερικό. H έως το 1990 συγγραφική του δουλειά. έως τις μέρες μας. έως αυτή τη στιγμή. έως το σταθμό. Aισθανόταν από ενοχλημένος έως οργισμένος. Λίγο έως πολύ. || συχνά με χρονικό ή τοπικό επίρρημα ή επιρρηματική φράση: έως αύριο / χθες / πέρυσι / τότε. έως εδώ / εκεί / πέρα. έως πότε; έως του χρόνου, ως τον άλλο, τον επόμενο χρόνο. || (λόγ. έκφρ.) έως θανάτου, μέχρι θανάτου, για αδιέξοδη ή πολύ στενόχωρη ψυχική κατάσταση. II. σε συνδεσμικές εκφράσεις: 1. έως ότου, δηλώνει πραγματικό γεγονός το οποίο διακόπτει τη διάρκεια της κύριας πρότασης· ώσπου, μέχρις ότου, όσο που: Kαθόταν ξάγρυπνος στο πλευρό του, έως ότου ξημέρωσε. έως ότου μου μίλησε, δεν ήξερα τίποτε για το πρόβλημά του. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.