dünn (ugs.) Adj.(0) |
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
ψιλός -ή -ό [psilós] : 1.(για πράγμα) που η κάθετη τομή του έχει πολύ μικρή ή ελάχιστη διάμετρο, που έχει ελάχιστο ή καθόλου πάχος· λεπτός. ANT χοντρός: Ψιλή κλωστή. Ψιλό σκοινί / καλώδιο / σύρμα. ψιλός -ή -ό αλλά γερός σπάγγος. Ψιλή βέργα. Ψιλό κλαράκι. Ψιλή βελόνα. Ψιλά καρφιά. Ψιλά μακαρόνια. Ψιλό χαρτί / ύφασμα. Ψιλή κουβέρτα / φανέλα. Ψιλή φλούδα / λαμαρίνα. Kόβω το ψωμί σε πολλές ψιλές φέτες. || που αποτελείται από ψιλούς κόκκους: Ψιλό χώμα. Ψιλή άμμος. Ψιλή ζάχαρη. Ψιλό αλάτι. Ψιλή σκόνη. Ψιλή φακή. Ψιλά φασόλια. || Ψιλές σταγόνες βροχής. Ψιλή βροχή. || Ψιλό κόσκινο, με πολύ μικρές τρύπες. ΦΡ περνώ κπ. ή κτ. από ψιλό κόσκινο*. ψιλά γράμματα*. δένω κτ. σε ψιλό μαντίλι, παίρνω στα σοβαρά κτ. που ειπώθηκε ή κτ. που μου υποσχέθηκαν: Mια κουβέντα είπαμε κι αυτός την έδεσε σε ψιλό μαντίλι. ψιλή κουβέντα, κουβεντολόι: Στήσαμε / πιάσαμε ψιλή κουβέντα. (δουλεύω κπ.) ψιλό γαζί*. ψιλό παιχνίδι / χαρτί, για τυχερό παιχνίδι ή χαρτοπαιξία όπου δε διεκδικούνται πολλά χρήματα. ANT χοντρό. || Tον κούρεψαν με την ψιλή (μηχανή), σύρριζα. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.