{η}  σύμπραξη Subst.  [sibraksi, sympraksh]

(1)
{das}    Subst.
(0)

Etymologie zu σύμπραξη

σύμπραξη Koine-Griechisch σύμπραξις / συμπραξία


GriechischDeutsch
Είναι αντίθετη προς τους κανόνες περί ανταγωνισμού σύμπραξη αποσκοπούσα στον αποκλεισμό ανταγωνιστή, ακόμη και αν αυτός λειτουργεί παρανόμως στην αγοράEine Kartellabsprache mit dem Ziel, einen Konkurrenten auszuschließen, verstößt gegen die Wettbewerbsregeln, auch wenn dieser auf dem Markt illegal tätig ist

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
συνέργεια
κοινή δράση
από κοινού δράση
συμπαράταξη
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu σύμπραξη

σύμπραξη η [símbraksi] : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του συμπράτ τω, συνεργασία προσώπων ή παραγόντων σε κάποια δραστηριότητα ή λειτουργία: Aποφασίστηκε η εκλογική σύμπραξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης. H αντίληψη σχηματίζεται με τη σύμπραξη της αίσθησης, της μνήμης και της κρίσης. || συμμετοχή καλλιτέχνη σε παράσταση ή εκδήλωση που πραγματοποιείται από ένα σύνολο, στο οποίο δεν ανήκει οργανικά.

[λόγ. < ελνστ. σύμπραξις `βοήθεια΄ (-σις > -ση)]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback