συγγράφω altgriechisch συγγράφω σύν + γράφω
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
verfassen |
aufnotieren |
aufsetzen |
abfassen |
formulieren |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | συγγράφω | συγγράφουμε, συγγράφομε | συγγράφομαι | συγγραφόμαστε |
συγγράφεις | συγγράφετε | συγγράφεσαι | συγγράφεστε, συγγραφόσαστε | ||
συγγράφει | συγγράφουν(ε) | συγγράφεται | συγγράφονται | ||
Imper fekt | συνέγραφα | συγγράφαμε | συγγραφόμουν(α) | συγγραφόμαστε, συγγραφόμασταν | |
συνέγραφες | συγγράφατε | συγγραφόσουν(α) | συγγραφόσαστε, συγγραφόσασταν | ||
συνέγραφε | συνέγραφαν, συγγράφαν(ε) | συγγραφόταν(ε) | συγγράφονταν, συγγραφόντανε, συγγραφόντουσαν | ||
Aorist | συνέγραψα | συγγράψαμε | συγγράφηκα | συγγραφήκαμε | |
συνέγραψες | συγγράψατε | συγγράφηκες | συγγραφήκατε | ||
συνέγραψε | συνέγραψαν, συγγράψαν(ε) | συγγράφηκε | συγγράφηκαν, συγγραφήκαν(ε) | ||
Per fekt | |||||
Plu per fekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα συγγράφω | θα συγγράφουμε, | θα συγγράφομαι | θα συγγραφόμαστε | |
θα συγγράφεις | θα συγγράφετε | θα συγγράφεσαι | θα συγγράφεστε, | ||
θα συγγράφει | θα συγγράφουν(ε) | θα συγγράφεται | θα συγγράφονται | ||
Fut ur | θα συγγράψω | θα συγγράψουμε, | θα συγγραφώ | ||
θα συγγράψεις | θα συγγράψετε | θα συγγραφείς | θα συγγραφείτε | ||
θα συγγράψει | θα συγγράψουν(ε) | ||||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να συγγράφω | να συγγράφουμε, | να συγγράφομαι | να συγγραφόμαστε |
να συγγράφεις | να συγγράφετε | να συγγράφεσαι | να συγγράφεστε, | ||
να συγγράφει | να συγγράφουν(ε) | να συγγράφεται | να συγγράφονται | ||
Aorist | να συγγράψω | να συγγράψουμε, | να συγγραφώ | να συγγραφούμε | |
να συγγράψεις | να συγγράψετε | να συγγραφεί | να συγγραφείτε | ||
να συγγράψει | να συγγράψουν(ε) | να συγγραφεί | να συγγραφούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | συνέγραφε | συγγράφετε | συγγράφεστε | |
Aorist | συνέγραψε | συγγράψτε, συγγράφτε | συγγράψου | συγγραφείτε | |
Part izip | Pres | συγγράφοντας | συγγραφόμενος | ||
Perf | έχοντας συγγράψει, έχοντας συγγεγραμμένο | συγγεγραμμένος, -η, -ο | συγγεγραμμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | συγγράψει | συγγραφεί |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | verfasse | ||
du | verfasst | |||
er, sie, es | verfasst | |||
Präteritum | ich | verfasste | ||
Konjunktiv II | ich | verfasste | ||
Imperativ | Singular | verfass! verfasse! | ||
Plural | verfasst! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
verfasst | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:verfassen |
συγγράφω [siŋγráfo] -ομαι Ρ αόρ. συνέγραψα, απαρέμφ. συγγράψει, παθ. αόρ. συγγράφηκα και συγγράφτηκα, απαρέμφ. συγγραφεί και συγγραφτεί, μππ. συγγραμμένος : γράφω, συνθέτω ένα (επιστημονικό, λογοτεχνικό κτλ.) έργο σε πεζό λόγο: Συγγράφει ένα βιβλίο / μια μελέτη / τα απομνημονεύματά του. Έχει συγγράψει πλήθος επιστημονικών εργασιών.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.