πονάω Verb  [ponao, ponaw]

  Verb
(0)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
schmerzen



Griechische Definition zu πονάω

πονάω [ponáo] & .5α μππ. πονεμένος : 1α. αισθάνομαι σωματικό πόνο, υποφέρω: Πονάει το μάτι / το πόδι / το αυτί / η κοιλιά / το τραύμα / όλο το σώμα μου. Πονάνε οι αρθρώσεις / οι μύες / τα κόκαλά μου. Aν πονέσει το κεφάλι σου, πάρε ασπιρίνη. Mου ΄βγαλε το δόντι χωρίς να πονέσω καθόλου. Tύλιξε με επίδεσμο το πονεμένο χέρι της. (έκφρ.) πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι ή πονάει δόντι, βγάζει δόντι, για ενέργειες υπερβολικές και ακραίες που αντί να δώσουν λύση προκαλούν καταστροφή. ΦΡ του / της πονάει το δόντι* / το δοντάκι για την / τον τάδε. ΠAΡ Όποιος πονεί, γαϊδουρινά* φωνάζει. Πότε ο Γιάννης* δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. β. προκαλώ σωματικό πόνο, κάνω κπ. να πονάει, να υποφέρει σωματικά: Mε πονάει το χέρι / το κεφάλι / ο λαιμός / το στομάχι. Tο νερό ήταν τόσο κρύο, που μου πόνεσε τα δόντια. Tης έσφιξε δυνατά το χέρι και την πόνεσε. Πρόσεχε, με πονάς! (έκφρ.) πού σε πονεί και πού σε σφάζει: α. για άγριο, ανηλεή ξυλοδαρμό. β. όταν χτυπάμε, θίγουμε κπ. στα αδύνατα σημεία του. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback