πολιορκία altgriechisch πολιορκία
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Ως ανώτατος αξιωματικός του στρατού είναι υπεύθυνος για τη βίαιη καταστολή κατά του άμαχου πληθυσμού, μεταξύ άλλων και κατά την πολιορκία της συνοικίας Baba Amr τον Φεβρουάριο του 2012. | Als hochrangiger Offizier ist er verantwortlich für die gewaltsame Unterdrückung der Zivilbevölkerung u. a. während der Belagerung von Baba Amr im Februar 2012. Übersetzung bestätigt |
Η πολιορκία του κτιριακού συγκροτήματος της Παλαιστινιακής Προεδρίας είναι αντιπαραγωγική· ο περιορισμός της ελευθερίας κινήσεων της παλαιστινιακής ηγεσίας δεν συμβάλλει στην καταπολέμηση του τρόμου, στην καθησύχαση των νομίμων ανησυχιών του Ισραήλ ως προς την ασφάλεια, ή στην αναγκαία διαδικασία των παλαιστινιακών μεταρρυθμίσεων που υποστηρίζει η διεθνής κοινότητα και εντελώς πρόσφατα η Τετραμερής. | Die Belagerung des Amtssitzes des palästinensischen Präsidenten ist kontraproduktiv, denn die Einschränkung der Bewegungsfreiheit der palästinensischen Führung trägt nicht zur Bekämpfung des Terrors bei, und sie ist weder den legitimen Sicherheitsanliegen Israels noch dem notwendigen Prozess palästinensischer Reformen förderlich, der von der internationalen Gemeinschaft und noch vor wenigen Tagen vom Nahost-Quartett befürwortet wurde. Übersetzung bestätigt |
Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλεί όλα τα ενεχόμενα μέρη να πράξουν το παν για να δοθεί μια ειρηνική λύση στην πολιορκία του Ναού της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ. | Die Europäische Union appelliert an alle betroffenen Parteien, alles zu tun, damit die Belagerung der Geburtskirche in Bethlehem friedlich beendet wird. Übersetzung bestätigt |
Ως Ευρωπαϊκή Ένωση, επισημάναμε χθες εκ νέου ότι είναι απόλυτη ανάγκη όλα τα εμπλεκόμενα μέρη της σύγκρουσης να παύσουν τις εχθροπραξίες, να άρουν κάθε πολιορκία και να επιτρέψουν την απρόσκοπτη παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε όσους έχουν ανάγκη σε όλη τη Συρία. | Die Europäische Union hat erst gestern erneut bekräftigt, dass alle Parteien unbedingt die Kampfhandlungen einstellen, die Belagerung aufheben und den humanitären Helfern dauerhaft und landesweit den Zugang zu Hilfsbedürftigen in Syrien gestatten müssen. Übersetzung bestätigt |
Ωστόσο, το γεγονός ότι αυτό οδήγησε σε μια πολιορκία μπροστά από την εσθονική πρεσβεία στη Μόσχα ήταν απαράδεκτο. | Doch war nicht hinnehmbar, dass es zu einer Belagerung der estnischen Botschaft in Moskau kam. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Noch keine deutschen Synonyme |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Belagerung | die Belagerungen |
Genitiv | der Belagerung | der Belagerungen |
Dativ | der Belagerung | den Belagerungen |
Akkusativ | die Belagerung | die Belagerungen |
πολιορκία η [podivorkía] : 1. στρατιωτικός (με στρατό ή και με στόλο) αποκλεισμός μιας οχυρωμένης θέσης ή περιοχής με σκοπό την κατάληψή της: H πολιορκία της Tροίας από τους Έλληνες κράτησε δέκα χρόνια. H σθεναρή άμυνα των υπερασπιστών της πόλης ανάγκασε τους επιτιθέμενους να λύσουν την πολιορκία. Στενή πολιορκία, πλήρης και συνεχής αποκλεισμός. || Kατάσταση πολιορκίας, η λήψη έκτακτων μέτρων ασφάλειας, που επιβάλλεται σε μια χώρα από τις αρχές, σε περιπτώσεις σοβαρής απειλής από εξωτερικούς ή εσωτερικούς κινδύνους. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.