{το}  πιπέρι Subst.  [piperi]

{der}    Subst.
(380)

Etymologie zu πιπέρι

πιπέρι mittelgriechisch πιπέρι(ον), υποκοριστικό του πίπερι (Koine-Griechisch) altgriechisch πέπερι δάνειο αγνώστου ετύμου (πβ. σανσκριτικά पिप्पलि (sa) (pippali))


GriechischDeutsch
Μαύρο και άσπρο πιπέριPfeffer, schwarz und weiß

Übersetzung bestätigt

Μαύρο πιπέριSchwarzer Pfeffer – Piper nigrum

Übersetzung bestätigt

Για την εφαρμογή των ενιαίων αρχών του παραρτήματος VI, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της έκθεσης ανασκόπησης για το πιπέρι (SANCO/2620/2008), και ιδίως των προσαρτημάτων Ι και ΙΙ, όπως οριστικοποιήθηκε στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων.Bei der Anwendung der einheitlichen Grundsätze gemäß Anhang VI sind die Schlussfolgerungen des vom Ständigen Ausschuss für die Lebensmittelkette und Tiergesundheit abgeschlossenen Beurteilungsberichts über Pfeffer (SANCO/2620/2008) und insbesondere dessen Anlagen I und II zu berücksichtigen.

Übersetzung bestätigt

Συστατικά: αλάτι, καρυκεύματα, πιπέρι σε κόκκους ή θραύσματα, σκόρδο κοπανισμένο, διασκορπισμένο στο μείγμα.Zutaten: Salz, Gewürze, Pfefferkörner oder grob geriebener Pfeffer und zerstoßener und in der Wurstmasse verteilter Knoblauch.

Übersetzung bestätigt

Πιπέρι (του είδους Piper)· πιπέρια του γένους Capsicum ή του γένους Pimenta, αποξηραμένα ή θρυμματισμένα ή σε σκόνη, με εξαίρεση τις γλυκοπιπεριές που υπάγονται στη διάκριση 09042010Pfeffer der Gattung „Piper“; Früchte der Gattungen „Capsicum“ oder „Pimenta“, getrocknet oder gemahlen oder sonst zerkleinert, ausgenommen Gemüsepaprika oder Paprika ohne brennenden Geschmack der Unterposition 09042010

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
πιπεριά
Deutsche Synonyme
Pfeffer



Griechische Definition zu πιπέρι

πιπέρι το [pipéri] : μικρός, σκουρόχρωμος σφαιρικός καρπός τροπικού φυτού, με άρωμα και καυστική γεύση, που χρησιμοποιείται ως καρύκευμα με τη μορφή σκόνης ή κόκκων: Xοντρό / ψιλό πιπέρι. Mαύρο / άσπρο πιπέρι. Kόκκινο πιπέρι, αυτό που παράγεται από την κόκκινη πιπεριά. Iνδικό πιπέρι, το μπαχάρι. Aλάτι και πιπέρι. Φέρε μου το πιπέρι να βάλω στο φαΐ. Ένα φακελάκι πιπέρι. Tρίβω πιπέρι. ΦΡ βάζω πιπέρι στο στόμα κάποιου, τον τιμωρώ για κτ. (βωμολοχίες, βρισιές) που είπε, ιδίως για μικρά παιδιά: Aν ξαναπείς αυτή τη λέξη, θα σου βάλω πιπέρι στο στόμα.

[μσν. πιπέρι(ον) υποκορ. του ελνστ. πίπερι παράλλ. τ. του αρχ. πέπερι (ανατολ. προέλ.)]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback