πεινώ Verb  [pino, peinw]

  Verb
(2)

Etymologie zu πεινώ

πεινώ altgriechisch πεινῶ


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
fasten
hungern

Grammatik

Grammatik zu πεινώ

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
πεινάω, πεινώπεινάμε, πεινούμε
πεινάςπεινάτε
πεινάει, πεινάπεινάν(ε), πεινούν(ε)
Imper
fekt
πεινούσα, πείναγαπεινούσαμε, πεινάγαμε
πεινούσες, πείναγεςπεινούσατε, πεινάγατε
πεινούσε, πείναγεπεινούσαν(ε), πείναγαν, πεινάγανε
Aoristπείνασαπεινάσαμε
πείνασεςπεινάσατε
πείνασεπείνασαν, πεινάσαν(ε)
Perf
ekt
έχω πεινάσειέχουμε πεινάσει
έχεις πεινάσειέχετε πεινάσει
έχει πεινάσειέχουν πεινάσει
Plu
perf
ekt
είχα πεινάσειείχαμε πεινάσει
είχες πεινάσειείχατε πεινάσει
είχε πεινάσειείχαν πεινάσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα πεινάω, θα πεινώθα πεινάμε, θα πεινούμε
θα πεινάςθα πεινάτε
θα πεινάει
θα πεινά
θα πεινάν(ε)
θα πεινούν(ε)
Fut
ur
θα πεινάσωθα πεινάσουμε, θα πεινάσομε
θα πεινάσειςθα πεινάσετε
θα πεινάσειθα πεινάσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω πεινάσειθα έχουμε πεινάσει
θα έχεις πεινάσειθα έχετε πεινάσει
θα έχει πεινάσειθα έχουν πεινάσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να πεινάω, να πεινώνα πεινάμε, να πεινούμε
να πεινάςνα πεινάτε
να πεινάει, να πεινάνα πεινάν(ε), να πεινούν(ε)
Aoristνα πεινάσωνα πεινάσουμε, να πεινάσομε
να πεινάσειςνα πεινάσετε
να πεινάσεινα πεινάσουν(ε)
Perfνα έχω πεινάσεινα έχουμε πεινάσει
να έχεις πεινάσεινα έχετε πεινάσει
να έχει πεινάσεινα έχουν πεινάσει
Imper
ativ
Presπείνα, πείναγεπεινάτε
Aoristπείνασε, πείναπεινάστε
Part
izip
Presπεινώντας
Perfπεινασμένος, -η, -οπεινασμένοι, -ες, -α
έχοντας πεινάσει
InfinAoristπεινάσει





Griechische Definition zu πεινώ

πεινώ [pinó] & -άω .4α μππ. πεινασμένος : 1. έχω αίσθημα πείνας, αισθάνομαι την ανάγκη και την επιθυμία να φάω: Δεν πεινάω· θα φάω αργότερα. Bάλε κτ. να φάμε, γιατί πείνασα. Πεινάω σαν λύκος, πάρα πολύ. ΠAΡ ΦΡ όποιος πεινάει / ο πεινασμένος / ο νηστικός καρβέλια ονειρεύε ται, όποιος στερείται και επιθυμεί κτ. πολύ, αυτό διαρκώς έχει κατά νου ή φαντάζεται ότι αποκτά. (γνωμ.) των φρονίμων* τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback