παρελαύνω Verb  [parelavno, parelaynw]

  Verb
(0)

Etymologie zu παρελαύνω

παρελαύνω Etymologie fehlt


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu παρελαύνω

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
παρελαύνωπαρελαύνουμε, παρελαύνομε
παρελαύνειςπαρελαύνετε
παρελαύνειπαρελαύνουν(ε)
Imper
fekt
παρέλαυνα, παρήλαυναπαρελαύναμε
παρέλαυνες, παρήλαυνεςπαρελαύνατε
παρέλαυνε, παρήλαυνεπαρελαύναν(ε), παρήλαυναν
Aoristπαρέλασα, παρήλασαπαρελάσαμε
παρέλασες, παρήλασεςπαρελάσατε
παρέλασε, παρήλασεπαρέλασαν, παρελάσαν(ε), παρήλασαν
Per
fekt
έχω παρελάσειέχουμε παρελάσει
έχεις παρελάσειέχετε παρελάσει
έχει παρελάσειέχουν παρελάσει
Plu
per
fekt
είχα παρελάσειείχαμε παρελάσει
είχες παρελάσειείχατε παρελάσει
είχε παρελάσειείχαν παρελάσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα παρελαύνωθα παρελαύνουμε, θα παρελαύνομε
θα παρελαύνειςθα παρελαύνετε
θα παρελαύνειθα παρελαύνουν(ε)
Fut
ur
θα παρελάσωθα παρελάσουμε, θα παρελάσομε
θα παρελάσειςθα παρελάσετε
θα παρελάσειθα παρελάσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω παρελάσειθα έχουμε παρελάσει
θα έχεις παρελάσειθα έχετε παρελάσει
θα έχει παρελάσειθα έχουν παρελάσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να παρελαύνωνα παρελαύνουμε, να παρελαύνομε
να παρελαύνειςνα παρελαύνετε
να παρελαύνεινα παρελαύνουν(ε)
Aoristνα παρελάσωνα παρελάσουμε, να παρελάσομε
να παρελάσειςνα παρελάσετε
να παρελάσεινα παρελάσουν(ε)
Perfνα έχω παρελάσεινα έχουμε παρελάσει
να έχεις παρελάσεινα έχετε παρελάσει
να έχει παρελάσεινα έχουν παρελάσει
Imper
ativ
Presπαρέλαυνεπαρελαύνετε
Aoristπαρέλασεπαρελάστε, παρελάσετε
Part
izip
Presπαρελαύνοντας
Perfέχοντας παρελάσει
InfinAoristπαρελάσει





Griechische Definition zu παρελαύνω

παρελαύνω [parelávno] Ρ πρτ. παρήλαυνα, αόρ. παρήλασα και παρέλα σα, απαρέμφ. παρελάσει : κάνω παρέλαση, συμμετέχω σε παρέλαση: Οι στρατιώτες / οι μαθητές / τα άρματα μάχης παρελαύνουν. || (επέκτ., για πλήθος ανθρώπων) περνώ σε σειρά, διαδοχικά από κάπου: Δεκάδες υποψήφιοι παρέλασαν από το γραφείο του, ώσπου να αποφασίσει ποιον θα προσλάβει. Δώδεκα πανέμορφα κορίτσια θα παρελάσουν στην πασαρέλα.

[λόγ. < αρχ. παρελαύνω `περνώ με άλογο΄]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback