οργή altgriechisch ὀργή
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Επιθετικότητα, διέγερση, οργή, μεταβαλλόμενη διάθεση, μη φυσιολογική συμπεριφορά, νευρικότητα, διαταραχή ύπνου, μειωμένη γενετήσια ορμή, απάθεια, μη φυσιολογικά όνειρα, κλάμα | Aggression, Agitiertheit, Zorn, Stimmungsveränderungen, Verhaltensstörung, Nervosität, Schlafstörung, verminderte Libido, Apathie, abnorme Träume, Weinen Übersetzung bestätigt |
θέληση ή απόπειρα να βλάψετε τον εαυτό σας, επιθετική συμπεριφορά, διέγερση, οργή, αλλαγές στη διάθεση, νευρικότητα ή ανησυχία, κατάθλιψη, αίσθημα άγχους, δυσκολία στην επέλευση ή τη διατήρηση του ύπνου, συναισθηματική αστάθεια, φτωχή ποιότητα ύπνου, αίσθημα υπνηλίας, διαταραχή στην προσοχή | Drang oder Versuch, sich selbst Schaden zuzufügen, aggressives Verhalten, Unruhe (Agitiertheit), Zorn, Stimmungsschwankungen, Nervosität oder Unruhe, Depression, Angstgefühl, Einschlafoder Durchschlafstörungen, emotionale Instabilität, schlechtes Schlafen, Schläfrigkeit, Übersetzung bestätigt |
αμνησία, κλάμα, ούλα που αιμορραγούν, αίσθημα λιποθυμίας, οργή, επηρεασμένη μνήμη, διανοητική διαταραχή, | Erinnerungsverlust, Weinen, Zahnfleischbluten, Ohnmachtsgefühl, Zorn, vermindertes Erinnerungsvermögen, geistige Probleme, Übersetzung bestätigt |
Ιδεασμός αυτοκτονίας§, απόπειρα αυτοκτονίας§, κατάθλιψη, επιθετικότητα, επηρεασμός της υπευθυνότητας, οργή, διέγερση, άγχος, μεταβληθείσα διάθεση, ανησυχία, νευρικότητα, αϋπνία | Selbstmordgedanken§, Selbstmordversuch§, Depression, aggressives Verhalten, Neigung zu Affekthandlungen, Zorn, Agitiertheit, Angst, Stimmungsveränderungen, Unruhe, Nervosität, Schlaflosigkeit Übersetzung bestätigt |
Συμπεριφορές σχετιζόμενες με αυτοκτονία (απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοκτονικός ιδεασμός) και εχθρότητα (κυρίως επιθετικότητα, αντιθετική συμπεριφορά και οργή), παρατηρήθηκαν πιο συχνά σε κλινικές μελέτες με παιδιά και εφήβους, που έλαβαν αγωγή με αντικαταθλιπτικά συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν εικονικό φάρμακο (placebo). | Suizidales Verhalten (Suizidversuche und –gedanken) und Feindseligkeit (hauptsächlich Aggression, herausforderndes Verhalten und Zorn) wurden in klinischen Studien mit Kindern und Jugendlichen häufiger unter einer Therapie mit Antidepressiva beobachtet als unter Placebo. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
θυμός |
μήνις |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
οργή η [orjí] (χωρίς πληθ.) : 1. πολύ έντονος θυμός: Δίκαιη οργή. Έκρηξη / ξέσπασμα οργής. Προκαλώ την οργή κάποιου. Θεϊκή οργή ή οργή του Θεού. ΦΡ δίνω τόπο* στην οργή. φωνή* λαού οργή Θεού. οργή Θεού, για μεγάλη καταστροφή: Kαι οι πιο γέροι έλεγαν πως δε θυμούνται άλλη τέτοια οργή Θεού. || (σε επιφ. χρήση, κυρ. σε εκφράσεις) στην οργή / να πάρει η οργή, για να δηλώσουμε αποδοκιμασία ή αγανάκτηση: Άι στην οργή από δω πέρα! Tι στην οργή κάνεις τόση ώρα; Nα πάρει η οργή! Kάηκα. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.