{η}  οργή Subst.  [orgi, orji, orgh]

{der}    Subst.
(840)
{die}    Subst.
(10)
{die}    Subst.
(0)

Etymologie zu οργή

οργή altgriechisch ὀργή


GriechischDeutsch
Επιθετικότητα, διέγερση, οργή, μεταβαλλόμενη διάθεση, μη φυσιολογική συμπεριφορά, νευρικότητα, διαταραχή ύπνου, μειωμένη γενετήσια ορμή, απάθεια, μη φυσιολογικά όνειρα, κλάμαAggression, Agitiertheit, Zorn, Stimmungsveränderungen, Verhaltensstörung, Nervosität, Schlafstörung, verminderte Libido, Apathie, abnorme Träume, Weinen

Übersetzung bestätigt

θέληση ή απόπειρα να βλάψετε τον εαυτό σας, επιθετική συμπεριφορά, διέγερση, οργή, αλλαγές στη διάθεση, νευρικότητα ή ανησυχία, κατάθλιψη, αίσθημα άγχους, δυσκολία στην επέλευση ή τη διατήρηση του ύπνου, συναισθηματική αστάθεια, φτωχή ποιότητα ύπνου, αίσθημα υπνηλίας, διαταραχή στην προσοχήDrang oder Versuch, sich selbst Schaden zuzufügen, aggressives Verhalten, Unruhe (Agitiertheit), Zorn, Stimmungsschwankungen, Nervosität oder Unruhe, Depression, Angstgefühl, Einschlafoder Durchschlafstörungen, emotionale Instabilität, schlechtes Schlafen, Schläfrigkeit,

Übersetzung bestätigt

αμνησία, κλάμα, ούλα που αιμορραγούν, αίσθημα λιποθυμίας, οργή, επηρεασμένη μνήμη, διανοητική διαταραχή,Erinnerungsverlust, Weinen, Zahnfleischbluten, Ohnmachtsgefühl, Zorn, vermindertes Erinnerungsvermögen, geistige Probleme,

Übersetzung bestätigt

Ιδεασμός αυτοκτονίας§, απόπειρα αυτοκτονίας§, κατάθλιψη, επιθετικότητα, επηρεασμός της υπευθυνότητας, οργή, διέγερση, άγχος, μεταβληθείσα διάθεση, ανησυχία, νευρικότητα, αϋπνίαSelbstmordgedanken§, Selbstmordversuch§, Depression, aggressives Verhalten, Neigung zu Affekthandlungen, Zorn, Agitiertheit, Angst, Stimmungsveränderungen, Unruhe, Nervosität, Schlaflosigkeit

Übersetzung bestätigt

Συμπεριφορές σχετιζόμενες με αυτοκτονία (απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοκτονικός ιδεασμός) και εχθρότητα (κυρίως επιθετικότητα, αντιθετική συμπεριφορά και οργή), παρατηρήθηκαν πιο συχνά σε κλινικές μελέτες με παιδιά και εφήβους, που έλαβαν αγωγή με αντικαταθλιπτικά συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν εικονικό φάρμακο (placebo).Suizidales Verhalten (Suizidversuche und –gedanken) und Feindseligkeit (hauptsächlich Aggression, herausforderndes Verhalten und Zorn) wurden in klinischen Studien mit Kindern und Jugendlichen häufiger unter einer Therapie mit Antidepressiva beobachtet als unter Placebo.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
θυμός
μήνις
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu οργή

οργή η [orjí] (χωρίς πληθ.) : 1. πολύ έντονος θυμός: Δίκαιη οργή. Έκρηξη / ξέσπασμα οργής. Προκαλώ την οργή κάποιου. Θεϊκή οργή ή οργή του Θεού. ΦΡ δίνω τόπο* στην οργή. φωνή* λαού οργή Θεού. οργή Θεού, για μεγάλη καταστροφή: Kαι οι πιο γέροι έλεγαν πως δε θυμούνται άλλη τέτοια οργή Θεού. || (σε επιφ. χρήση, κυρ. σε εκφράσεις) στην οργή / να πάρει η οργή, για να δηλώσουμε αποδοκιμασία ή αγανάκτηση: Άι στην οργή από δω πέρα! Tι στην οργή κάνεις τόση ώρα; Nα πάρει η οργή! Kάηκα. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback