{die} Nekrose (fachspr.) Subst.(241) |
(0) |
νέκρωση Etymologie fehlt
Griechisch | Deutsch |
---|---|
επιζωοτική αιματοποιητική νέκρωση στα ψάρια (EHN), | Epizootische hämatopoetische Nekrose der Fische (EHN), Übersetzung bestätigt |
Λοιμώδης αιματοποιητική νέκρωση (ΛΑΝ) | Infektiöse hämatopoetische Nekrose (IHN) Übersetzung bestätigt |
Οι ηπειρωτικές ζώνες που έχουν αναγνωριστεί ως εγκεκριμένες όσον αφορά την ιογενή αιμορραγική σηψαιμία (ΙΑΣ) και τη λοιμώδη αιματοποιητική νέκρωση (ΛΑΝ) με την απόφαση 2002/308/ΕΚ και περιέχονται στο παράρτημα Ι θεωρούνται ως ζώνες που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για ζώνες απαλλαγμένες από ασθένειες οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα V της οδηγίας 2006/88/ΕΚ. | Binnenwassergebiete, die nach der Entscheidung 2002/308/EG hinsichtlich der Viralen Hämorrhagischen Septikämie (VHS) und der Infektiösen Hämatopoetischen Nekrose (IHN) zugelassen und in Anhang I der genannten Entscheidung aufgeführt sind, gelten als Zonen, die die Bedingungen für seuchenfreie Zonen gemäß Anhang V der Richtlinie 2006/88/EG erfüllen. Übersetzung bestätigt |
Σύμφωνα με την οδηγία 91/67/ΕΟΚ, οι ακόλουθες αποφάσεις ενέκριναν ζώνες απαλλαγμένες από ασθένειες, ιχθυοκαλλιέργειες και προγράμματα με σκοπό την απόκτηση του καθεστώτος απαλλαγής από ασθένειες: απόφαση 2002/308/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Απριλίου 2002, για την κατάρτιση καταλόγων εγκεκριμένων ζωνών και εγκεκριμένων ιχθυοτροφικών εκμεταλλεύσεων ως προς μία ή περισσότερες από τις νόσους της ιογενούς αιμορραγικής σηψαιμίας (ΙΑΣ) και της λοιμώδους αιματοποιητικής νέκρωσης (ΛΑΝ) οι οποίες προσβάλλουν τα ψάρια [5], απόφαση 2002/300/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Απριλίου 2002, περί καταρτίσεως του καταλόγου των εγκεκριμένων ζωνών ως προς Bonamia ostreae ή/και Marteilia refringens [6], απόφαση 2003/634/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 2003, για την έγκριση προγραμμάτων με στόχο την απόκτηση του καθεστώτος των εγκεκριμένων ζωνών και των εγκεκριμένων εκμεταλλεύσεων σε μη εγκεκριμένες ζώνες όσον αφορά την ιογενή αιμορραγική σηψαιμία (ΙΑΣ) και τη λοιμώδη αιματοποιητική νέκρωση (ΛΑΝ) στα ψάρια [7], και απόφαση 94/722/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Οκτωβρίου 1994, για την έγκριση του προγράμματος του σχετικού με τη βοναμίωση και τη μαρτειλίωση, το οποίο υποβλήθηκε από τη Γαλλία [8]. | Im Einklang mit der Richtlinie 91/67/EWG wurden anhand folgender Entscheidungen seuchenfreie Gebiete und Fischzuchtbetriebe zugelassen und Programme zur Erlangung des Seuchenfreiheitsstatus genehmigt: Entscheidung 2002/308/EG der Kommission vom 22. April 2002 zur Festlegung der Verzeichnisse der hinsichtlich der Viralen Hämorrhagischen Septikämie (VHS) und/oder der Infektiösen Hämatopoetischen Nekrose (IHN) zugelassenen Gebiete und Fischzuchtbetriebe [5], Entscheidung 2002/300/EG der Kommission vom 18. April 2002 mit dem Verzeichnis der hinsichtlich der Bonamia ostreae und/oder Marteilia refringens zugelassenen Gebiete [6], Entscheidung 2003/634/EG der Kommission vom 28. August 2003 zur Genehmigung von Programmen zur Erlangung des Status zugelassener Gebiete und zugelassener Betriebe in nichtzugelassenen Gebieten hinsichtlich der Fischseuchen virale hämorrhagische Septikämie (VHS) und infektiöse hämatopoetische Nekrose (IHN) [7] und Entscheidung 94/722/EG der Kommission vom 25. Oktober 1994 über die Genehmigung des von Frankreich vorgelegten Programms bezüglich der Bonamiose und der Marteiliose [8]. Übersetzung bestätigt |
Διαβρωτική ουσία είναι μια ουσία που προκαλεί καταστροφή του δερματικού ιστού και συγκεκριμένα ορατή νέκρωση από την επιδερμίδα έως το χόριον, σε τουλάχιστον 1 πειραματόζωο, ύστερα από εφαρμογή ανώτατης διάρκειας 4 ωρών. | Ein Stoff gilt als ätzend, wenn er nach einer Exposition von höchstens 4 Stunden bei mindestens einem getesteten Tier das Hautgewebe zerstört, d. h. eine deutliche, bis in die Dermis reichende Nekrose der Epidermis verursacht hat. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
lokaler Gewebstod |
Nekrose |
Nekrobiose |
νέκρωση η [nékrosi] : το αποτέλεσμα του νεκρώνω. 1α. (βιολ.) η καταστροφή ιστών ή κυττάρων ενός ζωντανού οργανισμού: H νέκρωση του πολφού / του νεύρου του δοντιού. νέκρωση ενός αγγείου. β. η καταστροφή ζωντανών οργανισμών που υπάρχουν σε ένα χώρο: H νέκρωση των θαλασσών / των λιμνών. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.