μπαλκόνι italienisch balcone αρχαία λομβαρδική γλώσσα *balko, ("δοκός")
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Γενική ασφάλεια (κοινόχρηστοι χώροι, δωμάτια, μπαλκόνια, λουτρό, κοινόχρηστες τουαλέτες, έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές κλπ.) | Allgemeine Sicherheit (Gemeinschaftsbereiche, Schlafzimmer, Balkon, Badezimmer, öffentliche Toiletten, Möbel, Elektrogeräte usw.) Übersetzung bestätigt |
Πτώση από μπαλκόνι ή παρά λίγο πτώση | Sturz vom Balkon oder Beinahe-Sturz Übersetzung bestätigt |
Το πρόβλημα, κυρία Πρόεδρε, όπως λέμε εδώ και οκτώ χρόνια, έχει ως εξής: είναι δυνατόν να μην υπάρχει καμία παρακολούθηση, να είναι αδύνατον να γνωρίζουμε τους λόγους, όταν μπορούμε να δούμε τα λουλούδια στα μπαλκόνια μας από το διάστημα; | Das Problem, Frau Präsidentin, wie wir es hier bereits seit acht Jahren wiederholen, ist wie folgt: Ist es möglich, dass es keine Nachverfolgung gibt, dass es unmöglich ist, die Gründe zu erfahren, wo wir doch die Blumen auf unserem Balkon vom Weltall aus sehen können? Übersetzung bestätigt |
Μπορούμε να αρχίσουμε να αποθηκεύουμε σπόρους στο μπαλκόνι μας, στον κήπο μας, σε κάθε σχολείο, σε κάθε αυλή, σε κάθε ναό: παντού. | Wir können überall damit beginnen, Saatgut zu sammeln: auf unserem Balkon, in unserem Garten, in jeder Schule, auf jedem Friedhof, in jedem Tempel. Übersetzung nicht bestätigt |
Αυτή είναι η θέα από το μπαλκόνι του ερημητηρίου μου στα Ιμαλάϊα. | Hier sehen Sie den Blick vom Balkon meiner Einsiedelei im Himalaya. Übersetzung nicht bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
μπαλκόνι το [balkóni] : 1. επίπεδη προεξοχή του ορόφου ενός κτιρίου, συνήθ. περιφραγμένη, που διαθέτει πόρτα για επικοινωνία με το εσωτερικό· εξώστης: Στενό / φαρδύ / μακρύ / μακρόστενο μπαλκόνι. Ένα μπαλκόνι με ξύλινα / με σιδερένια κάγκελα. Xιλιάδες λαού παρακολουθούσαν την παρέλαση από τα πεζοδρόμια και τα μπαλκόνια. Tα μπαλκόνια ήταν σημαιοστολισμένα. Tο μπαλκόνι της κρεβατοκάμαρας / της κουζίνας. ΦΡ βγάζω μπαλκόνι, φτιάχνω μπαλκόνι: Έκανε το παράθυρο μπαλκονόπορτα κι έβγαλε μπαλκόνι. || τα κάγκελα του μπαλκονιού: Aκουμπάω στο μπαλκόνι. || Tο (προεκλογικό) μπαλκόνι, από το οποίο εκφωνείται (προεκλογικός) λόγος και με επέκταση η πολιτική: Bγαίνει κάποιος στο μπαλκόνι, ασχολείται με την πολιτική και εκφωνεί πολιτικούς λόγους. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.