{ο}  μηχανικός Subst.  [michanikos, mhxanikos]

{der}    Subst.
(484)
{der}    Subst.
(269)
{der}    Subst.
(24)
{der}    Subst.
(18)
{der}    Subst.
(0)

Etymologie zu μηχανικός

μηχανικός (ουσιαστικό) μηχανή


GriechischDeutsch
Οι έμμεσες δαπάνες καταλογίζονται στο σχέδιο κατ’ αναλογία προς τον αριθμό ατόμων * ώρα σε συνάρτηση με ωριαίο συντελεστή που υπολογίζεται σύμφωνα με την κατηγορία του υπό εξέταση προσωπικού (μηχανικός, τεχνικοί κ.λπ.).Indirekte Projektkosten werden dem Projekt mit einem festen Stundensatz je nach Art des eingesetzten Personals (Ingenieur, Techniker usw.) anteilmäßig nach Anzahl der Personen/geleisteten Stunden zugerechnet.

Übersetzung bestätigt

Διπλώματα χορηγούμενα από διαπιστευμένα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης με τίτλο “архитект” (αρχιτέκτονας), “cтроителен инженер” (πολιτικός μηχανικός) ή “инженер” (μηχανικός) ως εξής:die von folgenden Hochschuleinrichtungen ausgestellten Diplome, die die Qualifikation ‚архитект‘ (Archtitekt), ‚cтроителен инженер‘ (Bauingenieur) oder ‚инженер‘ (Ingenieur) bescheinigen:

Übersetzung bestätigt

Κόστος προσωπικού επικεφαλής σχεδίου(μηχανικός 2004/2005Personalkosten Projektleiter/Ingenieur 2004/2005

Übersetzung bestätigt

Ο Mohammad Safwan Katan είναι μηχανικός του Συριακού Κέντρου Επιστημονικών Μελετών και Ερευνών (Syrian Scientific Studies and Research Centre), οντότητα που είναι ήδη καταχωρισμένη.Mohammad Safwan Katan ist Ingenieur beim syrischen Scientific Studies and Research Centre, einer in der Liste aufgeführten Organisation.

Übersetzung bestätigt

Ο Mohammad Ziad Ghritawi είναι μηχανικός του Συριακού Κέντρου Επιστημονικών Μελετών και Ερευνών (Syrian Scientific Studies and Research Centre).Mohammad Ziad Ghritawi ist Ingenieur beim syrischen Scientific Studies and Research Centre.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu μηχανικός

μηχανικός ο [mixanikós] : 1. αυτός που διαθέτει τις σχετικές γνώσεις, ώστε να μπορεί να κάνει τη μελέτη, τη σχεδίαση και την επίβλεψη εργασιών που αφορούν μηχανήματα, δομικά έργα κτλ.: Διπλωματούχος μηχανικός. ANT πρακτικός μηχανικός. Σπουδάζει μηχανικός. Ένας μηχανικός με δίπλωμα ανώτατης / ανώτερης / μέσης σχολής. Πολιτικός μηχανικός, που ασχολείται με τη μελέτη και την επίβλεψη της κατασκευής κτιρίων, γεφυρών, δρόμων κτλ. Xημικός μηχανικός, που ασχολείται με τις βιομηχανικές εφαρμογές της χημείας. Aρχιτέκτονας / μηχανολόγος / ηλεκτρολόγος / τοπογράφος μηχανικός. Πρώτος / δεύτερος / τρίτος μηχανικός πλοίου. μηχανικός αυτοκινήτων / αεροπλάνων. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback