{η}  ιδιοκτησία Subst.  [idioktisia, ithioktisia, idiokthsia]

{das}    Subst.
(1747)
{das}    Subst.
(56)
(0)

Etymologie zu ιδιοκτησία

ιδιοκτησία λόγιο ιδιοκτησία altgriechisch ἰδιόκτητος (Lehnübersetzung von deutsch Eigenbesitz)


GriechischDeutsch
Στη γραφική παράσταση που ακολουθεί απεικονίζεται ο μηχανισμός αυτής της εγγύησης σε δύο βαθμίδες, όπως περιγράφεται στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας (οι συνεχόμενες γραμμές δείχνουν τις ροές αποζημίωσης σε κάθε ένα από τα δύο στάδια της εγγύησης, ενώ η διακεκομμένη γραμμή δείχνει την ιδιοκτησία μετά την ολοκλήρωση της πώλησης της ΕΝΑΕ και του 57,7 % των μετοχών της ΕΤΒΑ).In der folgenden Grafik wird der Mechanismus dieser zweistufigen Bürgschaft dargestellt, wie im Entscheidung über die Verfahrensausdehnung beschrieben (die durchgehenden Linien zeigen den Fluss der Entschädigungen bei jeder der beiden Bürgschaftsstufen, während die gestrichelte Linie das Eigentum nach Abschluss des Verkaufs von HSY und die 57,7 % der Firmenanteile von ETVA zeigt).

Übersetzung bestätigt

Δεν προσφέρονται αναλώσιμα δοχεία αναψυκτικών μιας χρήσης σε χώρους υπό την ιδιοκτησία ή την άμεση διαχείριση του τουριστικού καταλύματος.In den Bereichen, die Eigentum des Beherbergungsbetriebs sind oder unter seiner direkten Leitung stehen, dürfen keine Einwegtrinkgefäße angeboten werden.

Übersetzung bestätigt

Δεν προσφέρονται κουτιά αναψυκτικών μιας χρήσης σε χώρους υπό την ιδιοκτησία ή την άμεση διαχείριση της κατασκήνωσης/του κάμπινγκ.Soweit nicht gesetzlich vorgeschrieben, dürfen in den Bereichen, die Eigentum des Campingplatzes sind oder unter seiner direkten Leitung stehen, keine Einwegtrinkgefäße angeboten werden.

Übersetzung bestätigt

Γενικά, οι κεντρικές τράπεζες των ομόσπονδων κρατιδίων τελούν υπό την ιδιοκτησία των ομόσπονδων κρατιδίων και των εκάστοτε τοπικών ενώσεων ταμιευτηρίων.Die Landesbanken befinden sich im Allgemeinen im Eigentum der Länder und der jeweiligen regionalen Sparkassenverbände.

Übersetzung bestätigt

μιας αποκλειστικής σύμβασης άδειας-πλαισίου, δεκαετούς διάρκειας, βάσει της οποίας η θυγατρική μπορεί να χρησιμοποιεί την παρούσα και μελλοντική διανοητική ιδιοκτησία του IFP, ουσιαστικά όσον αφορά τις διεργασίες στον τομέα δραστηριότητάς της, για να παρέχει εξειδικευμένες συμβουλές στους πελάτες σε σχέση με τις διεργασίες αυτές και να τους μεταβιβάζει το δικαίωμα χρήσης των συνδεδεμένων τεχνολογιών υπό μορφή επιμέρους παραχωρήσεων αδειών εκμετάλλευσης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας·Exklusivvertrag über eine Rahmenlizenz mit einer Laufzeit von 10 Jahren, der die Tochtergesellschaft berechtigt, das derzeitige und zukünftige geistige Eigentum des IFP vor allem im Bereich Verfahren in ihrem Geschäftsbereich zu nutzen, um für ihre Kunden technische Leistungen im Zusammenhang mit diesen Verfahren zu erbringen und ihnen zur Nutzung der damit verbundenen Technologien Unterlizenzen für die entsprechenden Patente zu erteilen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
κτήμα
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu ιδιοκτησία

ιδιοκτησία η [iδioktisía] : α. το δικαίωμα να έχει κανείς κτ., να το χρησιμοποιεί και να το διαθέτει όπως θέλει, μέσα στα πλαίσια που ορίζουν οι νόμοι: H Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη αναγνώριζε την ιδιοκτησία ως φυσικό δικαίωμα του ανθρώπου. Tο δικαίωμα / ο θεσμός της ιδιοκτησίας. Tίτλοι ιδιοκτησίας, τίτλοι κυριότητας. Mετά το θάνατό του όλη η περιουσία του πέρασε στην ιδιοκτησία του κράτους· (πρβ. κυριότητα). || Πνευματική ιδιοκτησία, το δικαίωμα της αποκλειστικής εκμετάλλευσης που έχουν οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες πάνω στο έργο τους. || Οριζόντια ιδιοκτησία, το ποσοστό ιδιοκτησίας πάνω σε οικόπεδο πολυώροφης οικοδομής, το οποίο αναλογεί στον καθένα από τους ιδιοκτήτες των διαμερισμάτων της. β. για πράγμα, (συνήθ. γη, σπίτι κτλ.) πάνω στο οποίο έχει κάποιος δικαίωμα ιδιοκτησίας: Tο σπίτι είναι ιδιοκτησία του πατέρα μου. Mικρή / μεγάλη ιδιοκτησία. Δημόσια / ιδιωτική / ατομική ιδιοκτησία. Aκίνητο ιδιοκτησίας της Εθνικής Tράπεζας.

[λόγ. ιδιοκτή(της) -σία μτφρδ. γερμ. Εigenbesitz]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback