Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
ενδότερος -η -ο [enδóteros] : που βρίσκεται σε ένα βαθύτερο σημείο ενός εσωτερικού χώρου (πραγματικού ή νοητού)· (πρβ. ενδότατος): Ενδότερή του επιθυμία ήταν να φύγει, βαθύτερη επιθυμία του. Aυτή μόνο γνώριζε τις ενδότερες επιθυμίες / σκέψεις του· (πρβ. ενδόμυχος). Οι ενδότερες περιοχές της Aσίας. || (ως ουσ.) τα ενδότερα, για τόπο που βρίσκεται σε ένα βαθύτερο σημείο ενός εσωτερικού χώρου, συνήθ. ειρωνικά: Προχωρήστε στα ενδότερα. (επιρρ. έκφρ.) στα ενδότερα, στα βάθη, στα κατάβαθα: Tι κρύβουμε στα ενδότερα της ψυχής μας και εμείς οι ίδιοι καλά καλά δεν ξέρουμε.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.