εκλέγω altgriechisch ἐκλέγω (διαλέγω)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Noch keine deutschen Synonyme |
Noch keine Grammatik zu εκλέγω.
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | wähle | ||
du | wählst | |||
er, sie, es | wählt | |||
Präteritum | ich | wählte | ||
Konjunktiv II | ich | wählte | ||
Imperativ | Singular | wähle! | ||
Plural | wählt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
gewählt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:wählen |
εκλέγω [ekléγo] -ομαι Ρ αόρ. εξέλεξα, απαρέμφ. εκλέξει, παθ. αόρ. εκλέχτηκα, γ' πρόσ. (λόγ.) και εξελέγη, εξελέγησαν, απαρέμφ. εκλεγεί και εκλεχτεί, μππ. εκλεγμένος : (συνήθ. για σύνολο προσώπων) με ψηφοφορία δηλώνω την προτίμησή μου για το πρόσωπο το οποίο θεωρώ μεταξύ άλλων ως το πιο κατάλληλο για να αναλάβει ένα αξίωμα· αναδεικνύω κπ. σε ένα αξίωμα με εκλογή· (πρβ. επιλέγω): H γενική συνέλευση εκλέγει το διοικητικό συμβούλιο. Ο λαός εκλέγει τους αντιπροσώπους του στο κοινοβούλιο με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία· (πρβ. ψηφίζω). || συνήθ. σε αντιδιαστολή προς το διορίζω: H στρατιωτική κυβέρνηση διόρισε, στη θέση των δημοκρατικά εκλεγμένων δημάρχων, πρόσωπα της εμπιστοσύνης της.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.