διεκπεραιώνω Verb  [diekpereono, thiekpereono, diekperaiwnw]

  Verb
(1)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu διεκπεραιώνω

διεκπεραιώνω Koine-Griechisch διεκπεραιόω / διεκπεραιῶ διά + ἐκ + altgriechisch πέρας


GriechischDeutsch
Παρακαλώ όπως διευκρινιστεί το θέμα, γιατί αλλιώς στο μέλλον δεν θα μπορώ να διεκπεραιώνω τέτοια θέματα γραπτώς, θα είμαι αναγκασμένος όπως μερικοί συνάδελφοι να ζητώ τον λόγο.Ich bitte um Klärung, denn sonst kann ich in Zukunft diese Dinge nicht mehr schriftlich erledigen, sondern muß mich wie einige Kollegen zu Wort melden.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu διεκπεραιώνω

διεκπεραιώνω [δiekpereóno] -ομαι : ολοκληρώνω, φέρνω εις πέρας τις διαδικασίες που είναι απαραίτητες για να επιλυθεί ή για να ρυθμιστεί κάποιο ζήτημα: Όλες τις τρέχουσες υποθέσεις της εταιρείας / του υπουργείου τις διεκπεραιώνει ο γραμματέας του διευθυντή. Διεκπεραιώνει ό,τι του αναθέτουν, με ταχύτητα και με υπευθυνότητα. || (ειδικότ.) για υπάλληλο που είναι υπεύθυνος για την ταξινόμηση, καταχώριση και αποστολή έντυπου υλικού· κάνω διεκπεραίωση: H αλληλογραφία διεκπεραιώνεται αυθημερόν.

[λόγ. < ελνστ. διεκπεραι(ῶ) `μεταφέρω απέναντι΄ -ώνω]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback