zuwenden
 Verb

χορηγώ Verb
(0)
στρέφω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Jetzt können wir es vergessen und uns schöneren Dingen zuwenden.Τώρα μπορώ να το ξεχάσω και να ασχοληθώ με πιο όμορφα πράγματα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich wollte mich dem Reich der Romantik zuwenden.Σκέπτομαι να το γυρίσω στο χώρο του ρομαντισμού.

Übersetzung nicht bestätigt

Dann müssen wir uns nur noch dem Wein zuwenden.Τότε το μόνο που μένει είναι σκεφθούμε το κρασί.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich sehne mich nach dem Augenblick... wenn die Tür aufgeht... und alle sich ihm zuwenden.Περιμένω τη στιγμή... που θα ανοίξει η πόρτα... και όλα τα πρόσωπα θα στραφούν σ' αυτόν.

Übersetzung nicht bestätigt

Warum sich von ihm abund ihm zuwenden? Er ist sein Vorgesetzter!Ο ένας είναι αφέντης του άλλου!

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
στρέφωστρέφουμε, στρέφομεστρέφομαιστρεφόμαστε
στρέφειςστρέφετεστρέφεσαιστρέφεστε, στρεφόσαστε
στρέφειστρέφουν(ε)στρέφεταιστρέφονται
Imper
fekt
έστρεφαστρέφαμεστρεφόμουν(α)στρεφόμαστε, στρεφόμασταν
έστρεφεςστρέφατεστρεφόσουν(α)στρεφόσαστε, στρεφόσασταν
έστρεφεέστρεφαν, στρέφαν(ε)στρεφόταν(ε)στρέφονταν, στρεφόντανε, στρεφόντουσαν
Aoristέστρεψαστρέψαμεστράφηκαστραφήκαμε
έστρεψεςστρέψατεστράφηκεςστραφήκατε
έστρεψεέστρεψαν, στρέψαν(ε)στράφηκεστράφηκαν, στραφήκαν(ε)
Per
fekt
έχω στρέψει
έχω στραμμένο
έχουμε στρέψει
έχουμε στραμμένο
έχω στραφεί
είμαι στραμμένος, -η
έχουμε στραφεί
είμαστε στραμμένοι, -ες
έχεις στρέψει
έχεις στραμμένο
έχετε στρέψει
έχετε στραμμένο
έχεις στραφεί
είσαι στραμμένος, -η
έχετε στραφεί
είστε στραμμένοι, -ες
έχει στρέψει
έχει στραμμένο
έχουν στρέψει
έχουν στραμμένο
έχει στραφεί
είναι στραμμένος, -η, -ο
έχουν στραφεί
είναι στραμμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα στρέψει
είχα στραμμένο
είχαμε στρέψει
είχαμε στραμμένο
είχα στραφεί
ήμουν στραμμένος, -η
είχαμε στραφεί
ήμαστε στραμμένοι, -ες
είχες στρέψει
είχες στραμμένο
είχατε στρέψει
είχατε στραμμένο
είχες στραφεί
ήσουν στραμμένος, -η
είχατε στραφεί
ήσαστε στραμμένοι, -ες
είχε στρέψει
είχε στραμμένο
είχαν στρέψει
είχαν στραμμένο
είχε στραφεί
ήταν στραμμένος, -η, -ο
είχαν στραφεί
ήταν στραμμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα στρέφωθα στρέφουμε, θα στρέφομεθα στρέφομαιθα στρεφόμαστε
θα στρέφειςθα στρέφετεθα στρέφεσαιθα στρέφεστε, θα στρεφόσαστε
θα στρέφειθα στρέφουν(ε)θα στρέφεταιθα στρέφονται
Fut
ur
θα στρέψωθα στρέψουμε, θα στρέψομεθα στραφώθα στραφούμε
θα στρέψειςθα στρέψετεθα στραφείςθα στραφείτε
θα στρέψειθα στρέψουν(ε)θα στραφείθα στραφούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω στρέψει
θα έχω στραμμένο
θα έχουμε στρέψει
θα έχουμε στραμμένο
θα έχω στραφεί
θα είμαι στραμμένος, -η
θα έχουμε στραφεί
θα είμαστε στραμμένοι, -ες
θα έχεις στρέψει
θα έχεις στραμμένο
θα έχετε στρέψει
θα έχετε στραμμένο
θα έχεις στραφεί
θα είσαι στραμμένος, -η
θα έχετε στραφεί
θα είστε στραμμένοι, -ες
θα έχει στρέψει
θα έχει στραμμένο
θα έχουν στρέψει
θα έχουν στραμμένο
θα έχει στραφεί
θα είναι στραμμένος, -η, -ο
θα έχουν στραφεί
θα είναι στραμμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να στρέφωνα στρέφουμε, να στρέφομενα στρέφομαινα στρεφόμαστε
να στρέφειςνα στρέφετενα στρέφεσαινα στρέφεστε, να στρεφόσαστε
να στρέφεινα στρέφουν(ε)να στρέφεταινα στρέφονται
Aoristνα στρέψωνα στρέψουμε, να στρέψομενα στραφώνα στραφούμε
να στρέψειςνα στρέψετενα στραφείςνα στραφείτε
να στρέψεινα στρέψουν(ε)να στραφείνα στρεφούν(ε)
Perfνα έχω στρέψει
να έχω στραμμένο
να έχουμε στρέψει
να έχουμε στραμμένο
να έχω στραφεί
να είμαι στραμμένος, -η
να έχουμε στραφεί
να είμαστε στραμμένοι, -ες
να έχεις στρέψει
να έχεις στραμμένο
να έχετε στρέψει
να έχετε στραμμένο
να έχεις στραφεί
να είσαι στραμμένος, -η
να έχετε στραφεί
να είστε στραμμένοι, -ες
να έχει στρέψει
να έχει στραμμένο
να έχουν στρέψει
να έχουν στραμμένο
να έχει στραφεί
να είναι στραμμένος, -η, -ο
να έχουν στραφεί
να είναι στραμμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presέστρεφεστρέφετεστρέφεστε
Aoristέστρεψεστρέψτε, στράφεστρέψουστραφείτε
Part
izip
Presστρέφονταςστρεφόμενος
Perfέχοντας στρέψει, έχοντας στραμμένοστραμμένος, -η, -οστραμμένοι, -ες, -α
InfinAoristστρέψειστραφεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback