gleiten
 Verb

γλιστρώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich werde Dich in meine Arme schließen... meine Hände werden über Dein Haar gleiten.Θα σε αγκαλιάσω...

Übersetzung nicht bestätigt

Schweben Sie, als würden Sie über Wasser gleiten.Να κινείσαι σαν να κυματίζεις στο νερό.

Übersetzung nicht bestätigt

Als ich ihren armseligen, kleinen Sarg in die Tiefe gleiten sah, als ich sah, wie sie lebendig und tot im Exil leben musste, schwor ich mir, dass Sie für lhren Stolz büßen würden.Όταν είδα να κατεβάζουν το φτωχικό της φέρετρο εξόριστη στον θάνατο όπως και στη ζωή ορκίστηκα να πάρω εκδίκηση για την απάνθρωπη περηφάνια σας.

Übersetzung nicht bestätigt

Mir ging es nicht so gut im letzten Jahr oder so, seit... Seit mir Belle Reve aus den Fingern zu gleiten begann.Τον τελευταίο χρόνο δεν ήμουν και πολύ στα καλά μου από όταν το Μπελ Ρεβ άρχισε να καταρρέει.

Übersetzung nicht bestätigt

Sie wird zuerst dieses gebogene Schwert schlucken und Sie werden bemerken, dass sie ihren Körper beugen muss, damit das Schwert in ihren gebeugten Nacken gleiten kann.Πρόκειται να καταπιεί πρώτα αυτό το κυρτό σπαθί... και θα παρατηρήσετε ότι θα πρέπει να λυγίσει το κορμί της... ώστε το σπαθί να διασχίσει τον κυρτό της λαιμό.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme.
Ähnliche Wörter
gleitende Arbeitszeit

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
γλιστράω, γλιστρώγλιστράμε, γλιστρούμε
γλιστράςγλιστράτε
γλιστράει, γλιστράγλιστράν(ε), γλιστρούν(ε)
Imper
fekt
γλιστρούσα, γλίστραγαγλιστρούσαμε, γλιστράγαμε
γλιστρούσες, γλίστραγεςγλιστρούσατε, γλιστράγατε
γλιστρούσε, γλίστραγεγλιστρούσαν(ε), γλίστραγαν, γλιστράγανε
Aoristγλίστρησαγλιστρήσαμε
γλίστρησεςγλιστρήσατε
γλίστρησεγλίστρησαν, γλιστρήσαν(ε)
Perf
ekt
έχω γλιστρήσειέχουμε γλιστρήσει
έχεις γλιστρήσειέχετε γλιστρήσει
έχει γλιστρήσειέχουν γλιστρήσει
Plu
perf
ekt
είχα γλιστρήσειείχαμε γλιστρήσει
είχες γλιστρήσειείχατε γλιστρήσει
είχε γλιστρήσειείχαν γλιστρήσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα γλιστράω, θα γλιστρώθα γλιστράμε, θα γλιστρούμε
θα γλιστράςθα γλιστράτε
θα γλιστράει, θα γλιστράθα γλιστράν(ε), θα γλιστρούν(ε)
Fut
ur
θα γλιστρήσωθα γλιστρήσουμε, θα γλιστρήσομε
θα γλιστρήσειςθα γλιστρήσετε
θα γλιστρήσειθα γλιστρήσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω γλιστρήσειθα έχουμε γλιστρήσει
θα έχεις γλιστρήσειθα έχετε γλιστρήσει
θα έχει γλιστρήσειθα έχουν γλιστρήσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να γλιστράω, να γλιστρώνα γλιστράμε, να γλιστρούμε
να γλιστράςνα γλιστράτε
να γλιστράει, να γλιστράνα γλιστράν(ε), να γλιστρούν(ε)
Aoristνα γλιστρήσωνα γλιστρήσουμε, να γλιστρήσομε
να γλιστρήσειςνα γλιστρήσετε
να γλιστρήσεινα γλιστρήσουν(ε)
Perfνα έχω γλιστρήσεινα έχουμε γλιστρήσει
να έχεις γλιστρήσεινα έχετε γλιστρήσει
να έχει γλιστρήσεινα έχουν γλιστρήσει
Imper
ativ
Presγλίστρα, γλίστραγεγλιστράτε
Aoristγλίστρησε, γλίστραγλιστρήστε
Part
izip
Presγλιστρώντας
Perfέχοντας γλιστρήσει
InfinAoristγλιστρήσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback