entschlafen
 Verb

κοιμάμαι Verb
(0)
αποθνήσκω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Zwei dieser Tabletten und er wird sanft entschlafen.Δύο από αυτά τα δισκία, θα τον κοιμήσουν τελείως.

Übersetzung nicht bestätigt

Gedenket alle unser Brüder und Schwestern, die entschlafen sind in der Hoffnung, aufzuerstehen.Ποια είναι; Εκείνη με το παιδί στα χέρια.

Übersetzung nicht bestätigt

Er ist heute Nacht friedlich entschlafen.Πεθανε ησυχα το βράδυ.

Übersetzung nicht bestätigt

Nicht alle werden wir entschlafen, aber alle werden wir verwandelt werden. Plötzlich, in einem Augenblick.Δε θα αποκοιμηθούμε θα αλλάξουμε... σε μια στιγμή, σ΄ένα κλάσμα του δευτερολέπτου

Übersetzung nicht bestätigt

Und natürlich "Friedlich entschlafen".Βάλε, "Έφυγε ήσυχα στον ύπνο της".

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme.
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
κοιμάμαι, κοιμούμαικοιμόμαστε, κοιμούμαστε
κοιμάσαικοιμάστε, κοιμόσαστε
κοιμάταικοιμούνται, κοιμόνται
Imper
fekt
κοιμόμουν(α)κοιμόμαστε, κοιμούμαστε, κοιμόμασταν
κοιμόσουν(α)κοιμόσαστε, κοιμόσασταν
κοιμόταν(ε)κοιμόνταν(ε), κοιμούνταν, κοιμόντουσαν
Aoristκοιμήθηκακοιμηθήκαμε
κοιμήθηκεςκοιμηθήκατε
κοιμήθηκεκοιμήθηκαν, κοιμηθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω κοιμηθεί
είμαι κοιμισμένος, -η
έχουμε κοιμηθεί
είμαστε κοιμισμένοι, -ες
έχεις κοιμηθεί
είσαι κοιμισμένος, -η
έχετε κοιμηθεί
είστε κοιμισμένοι, -ες
έχει κοιμηθεί
είναι κοιμισμένος, -η, -ο
έχουν κοιμηθεί
είναι κοιμισμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα κοιμηθεί
ήμουν κοιμισμένος, -η
είχαμε κοιμηθεί
ήμαστε κοιμισμένοι, -ες
είχες κοιμηθεί
ήσουν κοιμισμένος, -η
είχατε κοιμηθεί
ήσαστε κοιμισμένοι, -ες
είχε κοιμηθεί
ήταν κοιμισμένος, -η, -ο
είχατε κοιμηθεί
ήταν κοιμισμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα κοιμάμαι, θα κοιμούμαιθα κοιμόμαστε, θα κοιμούμαστε
θα κοιμάσαιθα κοιμάστε, θα κοιμόσαστε
θα κοιμάταιθα κοιμούνται, θα κοιμόνται
Fut
ur
θα κοιμηθώθα κοιμηθούμε
θα κοιμηθείςθα κοιμηθείτε
θα κοιμηθείθα κοιμηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω κοιμηθεί
θα είμαι κοιμισμένος, -η
θα έχουμε κοιμηθεί
θα είμαστε κοιμισμένοι, -ες
θα έχεις κοιμηθεί
θα είσαι κοιμισμένος, -η
θα έχετε φαντάστει
θα είστε κοιμισμένοι, -ες
θα έχει κοιμηθεί
θα είναι κοιμισμένος, -η, -ο
θα έχουν κοιμηθεί
θα είναι κοιμισμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να κοιμάμαι, να κοιμούμαινα κοιμόμαστε, να κοιμούμαστε
να κοιμάσαινα κοιμάστε, να κοιμόσαστε
να κοιμάταινα κοιμούνται, να κοιμόνται
Aoristνα κοιμηθώνα κοιμηθούμε
να κοιμηθείςνα κοιμηθείτε
να κοιμηθείνα κοιμηθούν(ε)
Perfνα έχω κοιμηθεί
να είμαι κοιμισμένος, -η
να έχουμε κοιμηθεί
να είμαστε κοιμισμένοι, -ες
να έχεις κοιμηθεί
να είσαι κοιμισμένος, -η
να έχετε κοιμηθεί
να είστε κοιμισμένοι, -ες
να έχει κοιμηθεί
να είναι κοιμισμένος, -η, -ο
να έχουν κοιμηθεί
να είναι κοιμισμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presκοιμάστε
Aoristκοιμήσουκοιμηθείτε
Part
izip
Presκοιμούμενος
Perfκοιμισμένος, -η, -οκοιμισμένοι, -ες, -α
InfinAoristκοιμηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback