divergieren
 Verb

διαφωνώ Verb
(0)
αποκλίνω Verb
(0)
διίσταμαι Verb
(0)
DeutschGriechisch
Weil unsere ideologischen Ansichten zu diesem Kampf zu sehr divergieren.Πως οι ιδεολογικές οπτικές μας αυτού του αγώνα είναι διαμετρικά αντίθετες.

Übersetzung nicht bestätigt

Diesen muss die Kommission jedoch als Ganzes beurteilen. Die rechtliche Einordnung der beiden Maßnahmen kann daher nicht divergieren.Αυτό το σχέδιο πρέπει η Επιτροπή να το εκτιμήσει ως σύνολο. Η νομική κατάταξη των μέτρων δεν μπορεί επομένως να διαφέρει.

Übersetzung bestätigt

Man verstehe, der Präsident spricht nicht von den Interessen, die zwischen den Vereinigten Staaten einerseits und Russland und China andererseits divergieren, sondern von der Aufrechterhaltung der Verbindungen, die diese beiden Großmächte mit den Vereinigten Staaten pflegen müssen.Να το καταλάβετε σωστά, ο πρόεδρος δεν μιλά για τα συμφέροντα που αποκλίνουν μεταξύ, από τη μια πλευρά οι ΗΠΑ και από την άλλη η Ρωσία και η Κίνα, αλλά να διατηρηθούν οι δεσμοί τους οποίους αυτές οι δύο μεγάλες δυνάμεις πρέπει να διατηρήσουν με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Ergebnisse der Internationalen Agentur für Krebsforschung und der Vorschlag der Behörde für die Einstufung hinsichtlich des karzinogenen Potenzials von Glyphosat divergieren.Τα πορίσματα του Διεθνούς Κέντρου Έρευνας για τον καρκίνο και η πρόταση της Αρχής για ταξινόμηση όσον αφορά την καρκινογενετικότητα της glyphosate αποκλίνουν.

Übersetzung bestätigt

2.1.10 Zukunftsvision, politischer Wille und Regierungsfähigkeit divergieren.2.1.10 Δεν υπάρχει ενιαία αντίληψη του μέλλοντος, της πολιτικής βούλησης ή της ικανότητας διακυβέρνησης.

Übersetzung bestätigt

Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme.
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
διαφωνώδιαφωνούμε
διαφωνείςδιαφωνείτε
διαφωνείδιαφωνούν(ε)
Imper
fekt
διαφωνούσαδιαφωνούσαμε
διαφωνούσεςδιαφωνούσατε
διαφωνούσεδιαφωνούσαν(ε)
Aoristδιαφώνησαδιαφωνήσαμε
διαφώνησεςδιαφωνήσατε
διαφώνησεδιαφώνησαν, διαφωνήσαν(ε)
Perf
ekt
έχω διαφωνήσειέχουμε διαφωνήσει
έχεις διαφωνήσειέχετε διαφωνήσει
έχει διαφωνήσειέχουν διαφωνήσει
Plu
perf
ekt
είχα διαφωνήσειείχαμε διαφωνήσει
είχες διαφωνήσειείχατε διαφωνήσει
είχε διαφωνήσειείχαν διαφωνήσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα διαφωνώθα διαφωνούμε
θα διαφωνείςθα διαφωνείτε
θα διαφωνείθα διαφωνούν(ε)
Fut
ur
θα διαφωνήσωθα διαφωνήσουμε
θα διαφωνήσειςθα διαφωνήσετε
θα διαφωνήσειθα διαφωνήσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω διαφωνήσειθα έχουμε διαφωνήσει
θα έχεις διαφωνήσειθα έχετε διαφωνήσει
θα έχει διαφωνήσειθα έχουν διαφωνήσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να διαφωνώνα διαφωνούμε
να διαφωνείςνα διαφωνείτε
να διαφωνείνα διαφωνούν(ε)
Aoristνα διαφωνήσωνα διαφωνήσουμε, να διαφωνήσομε
να διαφωνήσειςνα διαφωνήσετε
να διαφωνήσεινα διαφωνήσουν(ε)
Perfνα έχω διαφωνήσεινα έχουμε διαφωνήσει
να έχεις διαφωνήσεινα έχετε διαφωνήσει
να έχει διαφωνήσεινα έχουν διαφωνήσει
Imper
ativ
Presδιαφωνείτε
Aoristδιαφώνησεδιαφωνήστε, διαφωνήσετε
Part
izip
Presδιαφωνώντας
Perfέχοντας διαφωνήσει
InfinAoristδιαφωνήσει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback