backen
 Verb

ψήνω Verb
(17)
DeutschGriechisch
Ich kann nur backen und meinen kleinen Laden führen.Ξέρω μόνο να ψήνω και να δουλεύω το μαγαζί μου.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich kann nicht backen und gleichzeitig verkaufen.Δε μπορώ να ψήνω και να πουλάω ταυτόχρονα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich hatte eine tolle Zeit. Ich habe gelernt, zu backen, aßen gutes Essen.Πέρασα υπέροχα. 'Εμαθα να ψήνω, έφαγα ωραία φαγητά.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich muss noch backen.Μπορεί να ψήνω.

Übersetzung nicht bestätigt

Plätzchen backen.Θα ψήνω κουλουράκια.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme.
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik





AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ψήνωψήνουμε, ψήνομεψήνομαιψηνόμαστε
ψήνειςψήνετεψήνεσαιψήνεστε, ψηνόσαστε
ψήνειψήνουν(ε)ψήνεταιψήνονται
Imper
fekt
έψηναψήναμεψηνόμουν(α)ψηνόμαστε, ψηνόμασταν
έψηνεςψήνατεψηνόσουν(α)ψηνόσαστε, ψηνόσασταν
έψηνεέψηναν, ψήναν(ε)ψηνόταν(ε)ψήνονταν, ψηνόντανε, ψηνόντουσαν
Aoristέψησαψήσαμεψήθηκαψηθήκαμε
έψησεςψήσατεψήθηκεςψηθήκατε
έψησεέψησαν, ψήσαν(ε)ψήθηκεψήθηκαν, ψηθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω ψήσει
έχω ψημένο
έχουμε ψήσει
έχουμε ψημένο
έχω ψηθεί
είμαι ψημένος, -η
έχουμε ψηθεί
είμαστε ψημένοι, -ες
έχεις ψήσει
έχεις ψημένο
έχετε ψήσει
έχετε ψημένο
έχεις ψηθεί
είσαι ψημένος, -η
έχετε ψηθεί
είστε ψημένοι, -ες
έχει ψήσει
έχει ψημένο
έχουν ψήσει
έχουν ψημένο
έχει ψηθεί
είναι ψημένος, -η, -ο
έχουν ψηθεί
είναι ψημένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα ψήσει
είχα ψημένο
είχαμε ψήσει
είχαμε ψημένο
είχα ψηθεί
ήμουν ψημένος, -η
είχαμε ψηθεί
ήμαστε ψημένοι, -ες
είχες ψήσει
είχες ψημένο
είχατε ψήσει
είχατε ψημένο
είχες ψηθεί
ήσουν ψημένος, -η
είχατε ψηθεί
ήσαστε ψημένοι, -ες
είχε ψήσει
είχε ψημένο
είχαν ψήσει
είχαν ψημένο
είχε ψηθεί
ήταν ψημένος, -η, -ο
είχαν ψηθεί
ήταν ψημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ψήνωθα ψήνουμεθα ψήνομαιθα ψηνόμαστε
θα ψήνειςθα ψήνετεθα ψήνεσαιθα ψήνεστε, θα ψηνόσαστε
θα ψήνειθα ψήνουνθα ψήνεταιθα ψήνονται
Fut
ur
θα ψήσωθα ψήσουμεθα ψηθώθα ψηθούμε
θα ψήσειςθα ψήσετεθα ψηθείςθα ψηθείτε
θα ψήσειθα ψήσουνθα ψηθείθα ψηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ψήσει
θα έχω ψημένο
θα έχουμε ψήσει
θα έχουμε ψημένο
θα έχω ψηθεί
θα είμαι ψημένος, -η
θα έχουμε ψηθεί
θα είμαστε ψημένοι, -ες
θα έχεις ψήσει
θα έχεις ψημένο
θα έχετε ψήσει
θα έχετε ψημένο
θα έχεις ψηθεί
θα είσαι ψημένος, -η
θα έχετε ψηθεί
θα είστε ψημένοι, -ες
θα έχει ψήσει
θα έχει ψημένο
θα έχουν ψήσει
θα έχουν ψημένο
θα έχει ψηθεί
θα είναι ψημένος, -η, -ο
θα έχουν ψηθεί
θα είναι ψημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ψήνωνα ψήνουμενα ψήνομαινα ψηνόμαστε
να ψήνειςνα ψήνετενα ψήνεσαινα ψήνεστε, να ψηνόσαστε
να ψήνεινα ψήνουννα ψήνεταινα ψήνονται
Aoristνα ψήσωνα ψήσουμενα ψηθώνα ψηθούμε
να ψήσειςνα ψήσετενα ψηθείςνα ψηθείτε
να ψήσεινα ψήσουννα ψηθείνα ψηθούν(ε)
Perfνα έχω ψήσει
να έχω ψημένο
να έχουμε ψήσει
να έχουμε ψημένο
να έχω ψηθεί
να είμαι ψημένος, -η
να έχουμε ψηθεί
να είμαστε ψημένοι, -ες
να έχεις ψήσει
να έχεις ψημένο
να έχετε ψήσει
να έχετε ψημένο
να έχεις ψηθεί
να είσαι ψημένος, -η
να έχετε ψηθεί
να είστε ψημένοι, -ες
να έχει ψήσει
να έχει ψημένο
να έχουν ψήσει
να έχουν ψημένο
να έχει ψηθεί
να είναι ψημένος, -η, -ο
να έχουν ψηθεί
να είναι ψημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presψήνεψήνετεψήνεστε
Aoristψήσεψήσετε, ψήστεψήσουψηθείτε
Part
izip
Presψήνοντας
Perfέχοντας ψήσει, έχοντας ψημένοψημένος, -η, -οψημένοι, -ες, -α
InfinAoristψήσειψηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback